
Κρίστοφερ Μάρλοου και Ουίλιαμ Σαίξπηρ
«Και πώς σε λένε;» τον ρώτησε η ξανθιά πίνοντας προκλητικά μια γουλιά από την μπίρα του.
«Μάρλοου. Κρίστοφερ Μάρλοου», της είπε εκείνος και πλησίασε το πρόσωπο του κοντά στο δικό της.
«Κατάσκοπος κι έτσι;» τον ρώτησε αυτή παιχνιδιάρικα.
«Έτσι, αλλά σσσσ, μην το πεις σε κανένα. Από μένα εμπνεύστηκαν τον Μποντ, τον Τζέιμς Μποντ», της είπε συνωμοτικά εκείνος.
Στοίχημα ότι σε λιγότερο από πέντε λεπτά θα έπαιρνε την ξανθιά αιθέρια ύπαρξη και θα πηγαίνανε σπίτι του, σπίτι της ή και κάπου αλλού.
«Ποιος είναι κατάσκοπος καλέ; Ο γιος του παπουτσή; Τι λέει ο άνθρωπος για να…» ξέσπασε σε βροντερά γέλια ο νεαρός που ήρθε εκείνη τη στιγμή στην παρέα τους, χαλώντας εντελώς την ατμόσφαιρα.
«Και μετά σε λένε εθνικό μας ποιητή… με τέτοια γλώσσα…» του είπε ο Μάρλοου ξενερωμένος.
«Φίλος σου;» ρώτησε η ξανθιά.
«Άσπονδος. Φίλοι μου είναι ο ποιητής Τόμας Γουάτσον και ο θεατρικός συγγραφέας Τόμας Κιντ»
«Ωραίοι φίλοι, ο Κιντ σε έδωσε κανονικά στην αστυνομία όταν έγινε έρευνα στο σπίτι του και ανακάλυψαν έγγραφα που περιείχαν «ασέβεια των ηθών της εποχής και «επικίνδυνες ιδέες» ξαναγέλασε ο νεαρός και γύρισε στην κοπέλα.
«Ουίλιαμ Σαίξπηρ», της συστήθηκε κλείνοντάς της το μάτι και συμπλήρωσε φιλάρεσκα «Νομίζω με έχεις ακουστά».
«Εννοείται» ενθουσιάστηκε εκείνη, που της μιλούσε ο πιο διάσημος ποιητής της Αγγλίας. «Να βγάλουμε μια σέλφι, να ανεβάσω στόρι;» τον ρώτησε.
«Ιφ γιου ντοντ ποστ ιτ, ιτ νέβερ χάπεντ», του εξήγησε.
«Θα έγραφα για τον άνθρωπο που πούλησε την ψυχή του στον διάολο, ο γουέιτ, το έχω γράψει ήδη» σχολίασε ενοχλημένος ο Μάρλοου.
«Μέχρι κι ο Δόκτωρ Φάουστ είναι πιο διάσημος από σένα» γέλασε ακόμα μία φορά ο Σαίξπηρ.
«Αυτό που δεν καταπίνεται είναι να είσαι εσύ πιο γνωστός από μένα» ο Μάρλοου άδειασε με μια μεγάλη γουλιά το ποτήρι του.
«Έλα ρε Κρις… Αφού τα δικά μου είναι αρτιότερα» του απάντησε ο Σαίξπηρ.
«Αυτά που σου έγραψα εγώ ή αυτά που έγραψες μόνος σου εννοείς;» τον ρώτησε κατεβάζοντας κι ένα σφηνάκι.
«Αυτό δεν έχει αποδειχθεί και είναι ο λόγος σου ενάντια στον δικό μου», σοβάρεψε ο Σαίξπηρ.
«Πάντως, έγραψες για ένα πρώην Βασιλιά της Αγγλίας τον Ριχάρδο Β’, αφού έγραψα εγώ για έναν πρώην Βασιλιά της Αγγλίας, τον Εδουάρδο Β’. Φοβερή σύμπτωση θα έλεγε κανείς».
«Μπορούν δύο πνευματικοί δημιουργοί να έχουν παρόμοια έμπνευση ξέρεις, συμβαίνει πολύ συχνά, και στην ελληνική βιβλιοπαραγωγή».
«Άσχετο.
Γουίλι, μεταξύ μας είμαστε. Παραδέξου το. Δέξου τουλάχιστον ότι τα δικά σου πατήσανε πάνω στα δικά μου. Άνοιξα τον δρόμο.
Ήμουν ο πρώτος που έγραψα στίχους χωρίς ομοιοκαταληξία στη δραματική ποίηση και εσύ ήρθες δεύτερος και καταιδρωμένος!
Ας μη με είχαν σkοτwσει στα είκοσι εννέα μου χρόνια και θα σου έλεγα εγώ τότε του μπι ορ νοτ του μπι».
«Ρε συ Κρις, σοβαρά τώρα να ξέρεις ότι λυπήθηκα… Έναν αντάξιο ανταγωνιστή είχα, και τον έχασα».
«Άστα Γουίλι… Να γλιτώσω από πανούκλα και να πάω από καυγά έξω από ταβέρνα… δεν το χωράει ο νους μου», είπε κι εκείνος παραπονεμένα.
«Μα πώς έγινε; Παραμένει ένα μυστήριο αν και πολλοί υποστηρίζουν πως σε δoλ0φόvησε το βασιλικό καθεστώς»
«Εικάζω επειδή ήμουν άθεος και ε, δεν βάδιζα και πάντα στον στρέιτ – ίσιο δρόμο, γιατί να το κρύψουμε άλλωστε σαν μερικούς άλλους, ονόματα δε λέμε»
«Ρε φίλε όμως… δεν ήταν μόνο οι αντισυμβατικές πολιτικές και θρησκευτικές σου πεποιθήσεις… δεν καθόσουν και συ λίγο φρόνιμα…μια ζωή ταραχές… έχεις κάνει και φυλακή με τον Καπετανάκη» σχολίασε ο Σαίξπηρ.
«Ε, ήμασταν νιάτα, βράζει το αίμα μας, όχι το δικό σου φλώρε» τον πείραξε εκείνος.
«Ούτε το δικό σου πια, θυμίζω τον καυγά στην ταβέρνα».
«Ξέρεις, δεν ήταν ταβέρνα…», χαμήλωσε τη φωνή του.
Ο Μάρλοου έσκυψε στο αυτί του και του είπε για την εμπιστευτική αστυνομική αναφορά που έγραφε ότι βρίσκονταν στο σπίτι της κυρίας Έλενορ Μπουλ, που μετά τον θάνατο του συζύγου της, το είχε μετατρέψει σε κάτι σαν …ξενοδοχείο -ημιδιαμονής- με φαγητό και ποτό.
Εκείνο το βράδυ του 1593 κι αφού είχε περάσει όλη του την ημέρα εκεί, συναναστρεφόμενος με φίλους, κουβέντα τη κουβέντα, μπουκάλι το μπουκάλι, άναψαν τα αίματα και τράβηξε το μαχαίρι που του χε δώσει ο Μπάμπης ο σουγιάς. Κατά λάθος τραυμάτισε έναν από την παρέα, αλλά κάποιος του άρπαξε το μαχαίρι και επίτηδες του έδωσε το θavάσιμo χτύπημα πάνω από το δεξί του μάτι».
«Τρομερό φίλε μου…»
«Τρομερό δε λες τίποτα. Είχα πολύ μέλλον μπροστά μου. Θα έκανα τιτανοτεράστια καριέρα.
Θυμίζω ότι ήμουν μόλις είκοσι τρία όταν είχα ήδη γράψει το θεατρικό έργο Ταμερλάνος που γνώρισε παγκόσμια επιτυχία και είχα μεταφράσει από τα λατινικά και τις Ελεγείες του Οβιδίου!
Ο Σαίξπηρ σκέφτηκε ότι είχε δίκιο.
Σε περίοδο μόλις πέντε ετών είχε γράψει έξι θεατρικά έργα. Ποιο να πρωτοθυμηθεί κανείς… Τη Διδώ τη βασίλισσα της Καρχηδόνας; Το ποίημα “Ηρώ και Λέανδρος” από, ελληνική μυθολογία; Τον Εβραίο της Μάλτας; Τον Δόκτορα Φάουστ; Είχε αστείρευτη έμπνευση.
Το νήμα της ζωής του κόπηκε απότομα και δεν πρόλαβε να αποκτήσει τη φήμη που του άξιζε.
«Και έμεινες μόνος, να αλωνίζεις στα θεατρικά πράγματα. Ποτάvα ζωή. Ένιγουέι. Να κεράσω άλλη μια μπίρα;» τον ρώτησε βγάζοντας τον από τις σκέψεις του.
«Όχι, με περιμένει η Άν Χάθαγουέι, ξέρεις, στο δεύτερο καλύτερο κρεβάτι μας. Σε κάθε περίπτωση, να ξέρεις ότι απέκτησες και εσύ την υστεροφημία σου, σαν ο σπουδαιότερος πρόδρομος μου», του χρύσωσε το χάπι.
«Μπορούσα και καλύτερα όμως», μουρμούρισε εκείνος και γύρισε να ψάξει την ξανθιά.
Εκείνη όμως είχε βαρεθεί την κουβέντα τους και είχε φύγει προ πολλού.
Κρίμα…σκέφτηκε. Και μετά συλλογίστηκε τι συναρπαστική ζωή είχε, το ταλέντο του που μάγευε το κοινό και τα παράλληλα καθήκοντα κατασκοπείας για λογαριασμό της κυβέρνησης. Δεν έλεγε ψέματα στην ξανθιά!
Ήταν το κακό παιδί της Σόου Μπιζ, δηλαδή της αγγλικής αναγεννησιακής σκηνής, που ξεπέρασε σε φήμη ο συντοπίτης και συνομήλικος του, Ουίλιαμ Σαίξπηρ.
[Μια από τις μεγαλύτερες θεατρικές θεωρίες συνωμοσίας, έλεγε ότι ο Κρίστοφερ Μάρλοου είναι ο συγγραφέας πίσω από το όνομα Ουίλιαμ Σαίξπηρ. -πλέον όμως έχει απορριφθεί από τους μελετητές.]
[Πηγή: poetryfoundation.org/poets/christopher-marlowe]
About Author

