Οικεία Καλλισπέρη| Ο πύργος που μαραζώνει..
«Γεώργιε, προχωράμε… παιδιά, σκυλιά, γατιά, δεν έχουμε, μαζί μας δε θα τα πάρουμε! Ας το κάνουμε για τις Τέχνες, τα Γράμματα, για την Πατρίδα, ρε γαμώτο», που θα ‘λεγε και η Πατουλίδου, είπε η Σεβαστή στον αδερφό της.
«Θα συντάξω τα συμβόλαια και τα σχετικά, απόψε. Πιστεύω τα 4 οικόπεδα πέριξ της Ακροπόλεως, είναι αρκετά».
«Συμφωνώ. Μου αρέσει που είναι αραιοκατοικημένη η περιοχή, μεγάλης ιστορικής αξίας. Μας ταιριάζει και θα ταιριάζει και στο σπίτι μας που θα γίνει Εστία Πολιτισμού», του είπε δίνοντάς του τον χαρτοφύλακά του.
Ξεπροβοδίζοντάς τον, του είπε
«Ονειρεύομαι ένα συγκρότημα που θα απαρτίζεται από ένα κύριο κτίσμα και δύο βοηθητικά. Δυόροφο, το σκέφτομαι. Στον πάνω όροφο να χουμε τις βιβλιοθήκες, τα βιβλία του πατέρα, της μητέρας, τα δικά μας, τους πίνακες, το πιάνο της Ερασμίας», νοερά διαμόρφωνε ήδη το κτίριο η Σεβαστή, διότι αν μην τι άλλο, είχε μεγάλο όραμα.
«Αδέρφια μου, δε θα μείνει τίποτα, όταν φύγουμε για το μεγάλο ταξίδι. Θα ρημάξουν τα πάντα εδώ, εμείς θα ξεχαστούμε, τα υπάρχοντά μας θα σκορπίσουν στους πέντε ανέμους και γω σαν άνεμος θα φύγω θα χαθώ, κι όπως θα φεύγω, θα ερωτευτώ τους πέντε άνεμους. Μ’ αυτούς θα ξεχαστώ και δε θα ξαναρθώ…
μισό λεπτό, γίνεται ωραίο έντεχνο αυτό, για να γράψω τις νότες στην παρτιτούρα» μίλησε και η αδερφή τους.
«Πού το ξέρεις εσύ Ερασμία;» την επανάφερε στην συζήτηση ο αδερφός της.
«Τις προάλλες, μια τσιγγάνα στην Ομόνοια, με ρώτησε: «Να σου πω τη μοίρα σου, να σου πω το ριζικό σου;» ε, και μου το είπε.
«Έλα ρε Ερασμία…σε παρακαλώ, έλα και έχω και δικαστήριο, δεν μπορώ να ακούω ανοησίες» είπε ο Γεώργιος «Πήγαινε να ασχοληθείς με τα γαλλικά σου, να παίξεις το κλυδοκύμβαλόν σου και άσε αυτά τα θέματα σε μένα και την αδερφή σου», της είπε αυστηρά.
«Αδερφέ μου, μήπως να ακούσεις εσύ κάνα γαλλικό; Εδώ είμαστε φεμινίστριες και επίσης, σου θυμίζω ότι έχει σπουδάσει και η Ερασμία…αφού ο πατέρας έλεγε ότι πνεύμα απαίδευτο δεν μπορεί να κατανοεί τη μουσική» του είπε εξίσου αυστηρά η Σεβαστή.
«Θα περάσει μια Νουαζέτα που κάνει συχνά το τούριστ ιν χερ τάουν και θα το φωτογραφήσει. Μετά θα το ψάξει και θα ξαφνιαστεί που της γράφουν σχόλια ότι περιμένουν να διαβάσουν γι αυτό! Και μετά, ποτέ δεν ξέρεις! Μπορεί και να το αναστηλώσουν και να το φροντίσουν!», πετάχτηκε πάλι η Ερασμία.
«Πρέπει να πάω στο δικαστήριο, έχω δίκη.» είπε ο Γεώργιος και φεύγοντας, έδωσε τέλος στην κουβέντα τους.
Πράγματι, χτίστηκε ένα μεγαλοπρεπές κτίριο, επιβλητικό, γοτθικού ρυθμού, τόσο όσο, όμως, να μην επισκιάζει την Ακρόπολη και τον Παρθενώνα. «Σέβας στους αρχαίους ημών προγόνους», όπως έλεγε ο Γεώργιος στον πολιτικό μηχανικό και τον αρχιτέκτονα, που το είχαν αναλάβει.
Από το σεβασμό στους αρχαίους ημών προγόνους, στους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες που αναβίωσαν το 1896, τα τρία αδέρφια συνέβαλαν τα μάλα!
Ο Γεώργιος ήταν στην Επιτροπή του Δήμου Αθηναίων που είχε την ευθύνη για την προετοιμασία της πόλης,
η Σεβαστή έδωσε την πρώτη διάλεξη σε παγκόσμιο επίπεδο: «Περί της Ολυμπίας και των Ολυμπιακών Αγώνων» και ήταν ξεναγός, στους ξένους επίσημους που δώσανε το παρόν,
και η καλλιτέχνις της οικογένειας, η Ερασμία, συνόδεψε όλες τις επίσημες εκδηλώσεις, ως πιανίστα!
Ένα απόγευμα, το κουδούνι της Οικείας Καλλισπέρη χτύπησε επίμονα ντριν ντριν.
Η Σεβαστή άνοιξε την πόρτα και είδε μια κοπέλα με έξυπνο βλέμμα.
«Με λένε Ιωάννα Στεφανόπολις», της συστήθηκε εκείνη.
«Καλώς την», την υποδέχτηκε θερμά η Σεβαστή, παραμερίζοντας για να περάσει μέσα.
«Πήρα το θάρρος να σας επισκεφθώ και να υποβάλω τα σέβη μου. Αν δεν ήσασταν εσείς να ανοίξετε τον δρόμο των σπουδών για τις Ελληνίδες, τώρα θα ήμουν ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος», της είπε με μάτια που λάμπανε.
«Θα σε γράψει η ιστορία, δεσποινίς Στεφανόπολις, ως η πρώτη γυναίκα που σπούδασε στο πανεπιστήμιο!» της είπε και πρόσθεσε, «ήδη η κολλητή μου Καλλιρόη Παρέν σε έχει κάνει διάσημη στην εβδομαδιαία «Εφημερίδα των Κυριών», την πρώτη γυναικεία εφημερίδα στην Ελλάδα, συντασσόμενη αποκλειστικά από γυναίκες»!
«Ναι, η κυρία Καλλιρόη, φοβερή γυναίκα! Αντιπροσώπευσε την Ελλάδα σε διάφορα διεθνή συνέδρια γυναικών και το 1893, όταν επέστρεψε από το Σικάγο, ίδρυσε την Ένωσιν υπέρ της Χειραφετήσεως της Γυναικός», είπε με θαυμασμό. «Εσείς όμως κυρία Σεβαστή, εσείς, είστε η πρώτη γυναίκα που σπούδασε σε πανεπιστήμιο, ώστε να τα καταφέρω κι εγώ 5 χρόνια αργότερα».
«Εγώ σπούδασα στη Γαλλία όμως….ενώ εσύ στα όμορφα ελεύθερα πάτρια εδάφη μας, στο Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο», της είπε η Σεβαστή.
«Και θα είμαι η πρώτη γυναίκα που θα γίνει διευθύντρια στο Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων το 1913, η μοναδική γυναίκα που θα συμμετέχει στην ελληνική αποστολή για το Συνέδριο Ειρήνης στο Παρίσι, το 1918, η γυναίκα που θα γράψει βιβλία για τον ελληνισμό της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πάνω στα οποία θα στηριχθεί ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Μου τα είπε μια τσιγγάνα στην Ομόνοια», πρόσθεσε βλέποντας το απορημένο ύφος της Σεβαστής.
«Άντε πάλι με την τσιγγάνα στην Ομόνοια», είπε ο Γεώργιος που εκείνη την ώρα άνοιξε την πόρτα και μπήκε σπίτι του.
«Μα δεν το χωράει το μυαλό μου…Να αρνούνται να σπουδάσουν οι γυναίκες…» συνέχισε η Σεβαστή που φούντωνε με αυτό το θέμα, μη δίνοντας σημασία στον αδερφό της.
«Εμένα δεν το χωράει το μυαλό μου στο σπίτι που ζούνε τα τέκνα του Νικολάου Καλλισπέρη, του Αγωνιστή της ελληνικής επανάστασης και πρωτοπαλίκαρο του διάσημου πυρπολητή και ναυμάχου Δημήτριου Παπανικολή, να μιλάμε για τσιγγάνες που λένε την μοίρα..» σχολίασε πάλι ο Γεώργιος, προχωρώντας προς τα ενδότερα.
«Χρωστάμε πολλά στον πατέρα σας! Όλοι οι Έλληνες και οι Ελληνίδες», του απάντησε διπλωματικά η Στεφανόπολις και γυρίζοντας πάλι προς τη Σεβαστή «Και δε θελήσατε ποτέ να παντρευτείτε, να κάνετε οικογένεια;» τη ρώτησε. «Πολύ προχώ!», συμπλήρωσε.
«Έχω αφιερώσει τη ζωή μου στην εκπαίδευση των κοριτσιών να μην είναι η παιδεία αποκλειστικό προνόμιο των ανδρών», της απάντησε εκείνη με μάτια που πετούσαν φλόγες.
«Πολύ επαναστατική στάση ζωής…» την επαίνεσε η Στεφανόπολις
«Ε, είχα να μοιάσω, το μήλο κάτω από τη μηλιά θα πέσει», απάντησε η Σεβαστή. «Μια και είστε εδώ, να σας ρωτήσω, πώς σας φαίνεται η μπλε στολή που σκέφτομαι να φοράνε όλοι στα σχολεία;» τη ρώτησε.
«Μια χαρά, απλώς το 1982 θα καταργηθεί» της απάντησε η κοπέλα.
«Ξέρω ξέρω, η τσιγγάνα», γέλασε η Σεβαστή και συμπλήρωσε: «Θα ήθελα να γράψω την διαθήκη μου, μπορείτε να είστε μάρτυρας και θα φωνάξω και τον αδερφό μου που είναι νομικός, οπότε θα ‘χει απόλυτη ισχύ» της είπε ξαφνικά.
Πήρε κοντά της το μελανοδοχείο και άρχισε να γράφει με τα ωραία καλλιγραφικά της γράμματα:
📝« Αφήνω όλη μου την περιουσία στο Ελληνικό Δημόσιο με τον ρητό όρο να συσταθεί Εκπαιδευτικό Ίδρυμα με τον τίτλο «Εθνικόν Μορφωτήριον» για την εκπαίδευση κοριτσιών.
Οι έξι πλήρεις βιβλιοθήκες του πατέρα μου Νικόλαου Καλλισπέρη, του αδερφού μου Γεώργιου και εμού της ιδίας, καθώς και η επίπλωση με το πιάνο της αδερφής μου, διακεκριμένη μουσικός, με πολυετείς σπουδές στο εξωτερικό στο Παρίσι και τη Βιέννη στη στρογγυλή αίθουσα του μεσαίου ορόφου, να παραμείνουν απείραχτα και επισκέψιμα».
Το Ίδρυμα δεν έγινε ποτέ, ένα κομμάτι της περιουσίας αξιοποιήθηκε με την ανέγερση σχολείου στο Χαλάνδρι.
Η περιουσία τους αφανίστηκε και το κληροδότημα που άφησαν πίσω τους παραδόθηκε στη λήθη και την αδιαφορία.