
Ο δρακουμέλ διευθυντής
Είχε αρχίσει να αγχώνεται πολύ. Σε πέντε λεπτά ακριβώς έπρεπε να είναι στο γραφείο της και η νοερή κλεψύδρα που στην άκρη του μυαλού της κόντευε να αδειάσει, ενέτεινε τον πανικό της. Σαν ανόητη, που θα έλεγε και ο Δρακουμέλ, πάτησε και το πάνω και το κάτω κουμπί.
Το ασανσέρ προσπερνούσε το ισόγειο κάνοντας βόλτα στους υπόλοιπους ορόφους Από το πάρκινγκ του υπογείου στους ορόφους και τούμπαλιν. Και ήταν και πολλοί οι όροφοι…
«Υπάρχει ένα βελάκι πάνω, βελάκι κάτω; Πατάμε μόνο αυτό που αντιστοιχεί στην κατεύθυνση που θέλουμε να κινηθούμε!» άκουσε μια φωνή πίσω της.
«Τα κουμπιά των ασανσέρ είναι πιο βρόμικα και από την τουαλέτα», του απάντησε.
«Πού κολλάει τώρα αυτό;», τη ρώτησε ο άγνωστος.
«Α, νόμιζα ότι μοιραζόμασταν γνώσεις σχετικά με τα κομβία των ανελκυστήρων» του απάντησε στριμμένα, αγνοώντας το γοητευτικό του χαμόγελο και πατώντας τσακ τσακ τσακ συνεχόμενα το κουμπί.
ΑΜΑΝ! Μεταμορφωνόταν στον διευθυντή της, που όλη η εταιρεία αποκαλούσε πίσω από την πλάτη του, Δρακουμέλ.
Καλά λέει η παροιμία, με όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις! Εύχομαι να μη είναι κολλητικό, σκέφτηκε. Όσο το ασανσέρ καθυστερούσε, τόσο πιο ανυπόμονα και συνεχόμενα πατούσε το κουμπί.
Για λίγο φλέρταρε με την σκέψη να ανέβει με τις σκάλες αλλά με το δεκάποντο και τη στενή φούστα 15 ορόφους, θα λαχάνιαζε, θα ίδρωνε, δε θα είχε την κατάλληλη εμφάνιση, πάλι θα της την έλεγε ο Δρακουμέλ.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, δηλαδή. Εκείνη τη στιγμή επιτέλους ήρθε το ασανσέρ, άνοιξε την πόρτα και μπήκε μέσα με φόρα. Ακολούθησε κι εκείνος πίσω.
Εκείνη χωρίς να του δώσει άλλη σημασία κόλλησε το δάχτυλό της στο κουμπί, «έλα, έλα, έλα, κλείσε, ξεκίνα ξεκίνα», παρακαλούσε από μέσα της.
«Μία φορά είναι αρκετή, το παίρνει το μήνυμα» της ξαναείπε αυτός ο επίμονος τύπος.
Του έριξε μια ματιά, το κοστούμι του κόστιζε όσο ο μισθός της. Το ακριβό ρολόι στο χέρι επιβεβαίωσε την σκέψη της. Πλούσιος και ενοχλητικός. Και κάτι της θύμιζε, ίσως τον είχε συναντήσει κάπου; Αλλά πού;
Γκρανγκ γκαγκ, το ασανσέρ ταρακουνήθηκε απότομα και σταμάτησε κάπου αναμεσα στον δέκατο και τον εντέκατο όροφο.
«Ωχ όχι, θα αργήσω», της ξέφυγεαυθόρμητα μια κραυγή.
«Το στρες είναι μια κατάσταση άγνοιας. Πιστεύει ότι τα πάντα είναι επείγοντα», της είπε ήρεμα ο… Βούδας -συνεπιβάτης. Λες και του μίλησε κανείς.
«Κρατάς τα αποφθέγματα για τον εαυτό σου; Κάποιοι δουλεύουμε εδώ και δεν έχουμε χρόνο για τις αμπελοφιλοσοφίες σου» του είπε απότομα.
«Δεν είναι δικές μου, αλλά σε κάθε περίπτωση, δεν σε περιμένει ασθενής στο χειρουργείο. Καλά, με μαστίγια σας έχουν εδώ;», τη ρώτησε.
«Δεν ξέρεις τον διευθυντή μου», του απάντησε αποκαρδιωμένα.
«Είμαι σίγουρος ότι ο ανώτερός σου θα καταλάβει. Κλείστηκες στο ασανσέρ, τι θα μπορούσες να κάνεις δηλαδή;»
«Αν δούλευες εδώ, θα καταλάβαινες…»
Δεν πρόλαβε να της σχολιάσει κάτι σε αυτό γιατί το ασανσέρ, ξαναπήρε μπρος.
Χωρίς επιπλέον στάσεις η πόρτα του άνοιξε στον 15ο όροφο και πετάχτηκε έξω, χωρίς να κοιτάξει πίσω της.
«Πού ήσουν; Σε ζήτησε ο Δρακουμέλ», τη ρώτησε με αγωνία η συνάδελφός της
«Το ασανσέρ» της είπε και πετώντας την τσάντα της στην καρέκλα, αφού πήρε πρώτα από μέσα την ατζέντα της, έτρεξε στο γραφείο του Διευθυντή.
«Κυρία Μπράτη, σας αναζήτησα προ ολίγου», της είπε στριφνά.
«Η ώρα είναι 9, κύριε Κουνενή» τόλμησε να του απαντήσει, εννοώντας ότι ήρθε στην ώρα της. 9-5 ήταν το ωράριο της.
«Δε σας ρώτησα τι ώρα είναι, είστε ανόητη ή τα αυτιά σας είναι διακοσμητικά;» τη ρώτησε αυτός προσβλητικός, όπως πάντα.
Εκείνη είχε συνηθίσει αυτήν τη συμπεριφορά και δεν απάντησε κάτι.
«Χθες, δεν ήρθατε στο γραφείο» συνέχισε να την κατηγορεί.
«Κύριε Δρακουμέλ, ήταν αδύνατον να έρθω λόγω των δυσμενών καιρικών συνθηκών που…»
«Εφόσον εγώ ήρθα στο γραφείο, δεν ήταν αδύνατον. Οι πράξεις μας έχουν συνέπειες φυσικά», την διέκοψε αυτός.
«Μα πρόκειται για ανωτέρα βία, οι δρόμοι είχαν μετατραπεί σε ποτάμι»
«Σιωπή, είπα. Δε με ενδιαφέρουν οι δικαιολογίες σας».
Η διάθεσή του ήταν χειρότερη από το κανονικό του.
«Είδα τις ετικέτες πάνω στους φακέλους. Γιατί η στοίχιση του παραλήπτη και της διεύθυνσης είναι στο κέντρο και όχι αριστερά ως είθισται;»
Υπήρχε κανόνας για τη στοίχιση της διεύθυνσης στον φάκελο; Αναρωτήθηκε σιωπηλά.
«Να τα κάνετε από την αρχή και σωστά αυτή τη φορά. Να τα χω στο γραφείο μου το επόμενο μισάωρο».
«Μάλιστα».
«Πήρατε τα εισιτήρια μου για το Μιλάνο;»
«Μάλιστα»
Ψέματα. Δεν είχε εισιτήρια. Κι αυτό όχι γιατί δεν ήταν καλή στη δουλειά της. Η καλύτερη ήταν, γι αυτόν και την είχε βοηθό του. Απλώς δεν τους είχε πει να κλείσουν εισιτήρια. Είχε αναφέρει μόνο την προηγούμενη βδομάδα ότι ενδεχομένως να πάει Μιλάνο κι ότι θα ενημέρωνε εν ευθέτω χρόνο για να του κλείσουνε μπίζνες κλας. Θα έπαιρνε τηλέφωνο το ταξιδιωτικό πρακτορείο που πάντα την έβγαζε από τη δύσκολη θέση. Θα έβρισκε μια λύση.
«Ακυρώστε τα. Δε θα πάω»
«Μάλιστα», ξαναπάντησε εκείνη.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα του γραφείου του. Η πόρτα άνοιξε και η συνάδελφός της με φωνή που ελαφρώς έτρεμε του είπε
«συγγνώμη που διακόπτω, αλλά ήρθε ένας κύριος…»
«Φωτίου» συστήθηκε μόνος του ο ενοχλητικός του ασανσέρ που εκείνη την ώρα εμφανίστηκε από πίσω της.
Δεν ήξερε ποιος είναι αλλά τον λυπήθηκε. Δεν είχε σημειώσει κάποιο ραντεβού, στην ατζέντα της. Δε θα ήξερε από πού του ήρθε του καημένου. Πώς τόλμησε χωρίς ραντεβού να ζητάει να δει τον Δρακουμέλ.
«Κύριε Φωτίου» σηκώθηκε όρθιος ο Δρακουμέλ, ξαφνιάζοντάς την.
Μα ποιος είναι; Γιατί πετάχτηκε έτσι ο Δρακουμέλ; Αναρωτήθηκε εκείνη
«Κύριε Κουνενή», απηύθυνε εγκάρδια τον λόγο στον Δρακουμέλ, αποκαλώντας τον με το κανονικό όνομά του, «ελπίζω να μην υπάρχει πρόβλημα που δεν έκλεισα ραντεβού με την γραμματέα σας».
«Κανέναν πρόβλημα» είπε και έσφιξε το χέρι που του άπλωνε ο ξένος.
«κανένα πρόβλημα;» Οι δύο κοπέλες κοιτάχτηκαν μεταξύ τους.
«Συγχαρητήρια και σιδεροκέφαλος» του είπε ο Δρακουμέλ
Οι δύο κοπέλες ξανακοιτάχτηκαν με απορία. «Ποιος ήταν ο Φωτίου που ο Δρακουμέλ μιλούσε …ευγενικά; Σαν ίσος προς ίσο; Σιδεροκέφαλος»;
«Ευχαριστώ. Δέχτηκα τη θέση γιατί ο υπουργός μου τόνισε το κατεπείγον της κάλυψής της και γιατί μ’ αρέσουν οι προκλήσεις. Ήρθα κατευθείαν στο γραφείο σας να με ενημερώσετε. Η δεσποινίς μπορεί να μείνει να κρατάει σημειώσεις και να με βοηθήσει να προσαρμοστώ, αν δεν έχει κάποια άλλη επείγουσα δουλειά», είπε.
Εκείνη μόλις συνειδητοποίησε γιατί της φαινόταν οικείος. Τον είχε δει στην τηλεόραση, το δεξί χέρι του υπουργού.
«Βεβαίως, κύριε Φωτίου, ό,τι πείτε» είπε ο Δρακουμέλ που μόνο υπόκλιση δεν του έκανε.
«Ωραία, ξεκινάμε αύθις, το γοργόν και χάριν έχει, σωστά;» κοίταξε κλείνοντας το μάτι στην κοπέλα που είχε μείνει στήλη άλατος.
«Θέλω να είμαστε ομάδα. Όλοι μαζί δουλεύουμε για το ίδιο αποτέλεσμα. Γι αυτό πρώτα απ’ όλα θέλω να ενημερωθώ για φαινόμενα Mobbing στον εργασιακό χώρο».
«Mobbing;» ρώτησε σχεδόν ψιθυριστά ο Δρακουμέλ.
«Η κατ’ επανάληψη υβριστική συμπεριφορά και ψυχολογική βία σε εργαζόμενους εντός της εταιρείας», είπε απόλυτα σοβαρός ο Φωτίου. Είναι το πρώτο που θα πατάξω σε όποιον το ασκεί.
Οι δύο κοπέλες ξανακοιτάχθηκαν. Το χαμόγελο στα μάτια τους έδειχνε ότι σκεφτόντουσαν ακριβώς το ίδιο πράγμα! Η προαγωγή που ο Δρακουμέλ περίμενε εδώ και καιρό δε θα ερχόταν ποτέ. Τόσο καιρό που ήταν ανεπίσημα επικεφαλής όλης της εταιρείας, η εξουσία τον είχε μεθύσει. Όλη η εταιρεία δεινοπαθούσε και περισσότερο απ όλους εκείνες. Η κατάχρηση εξουσίας του τελείωνε σήμερα. Μια πολύ καλύτερη βερσιόν του Μπάρμπα Στρουμφ είχε έρθει να τις σώσει από αυτόν!
About Author

