Ο ζωγράφος Σάμιουελ Μορς ήταν ο εφευρέτης του τηλέγραφου
Είχε έρθει η μεγάλη στιγμή. Ο Σάμιουελ στεκόταν πανέτοιμος μπροστά στους γερουσιαστές στην αίθουσα του καπιτωλίου της Ουάσιγκτον.
Χρόνια δούλευε πάνω σε αυτό. Ευχόταν μόνο ο Μέρφυ να κοιμόταν και να μην ασχολιόταν με την πάρτη του.
Θα ξεχνούσε τότε που τα καράβια έκοψαν κατά λάθος τα τηλεγραφικά σύρματα στον ποταμό Χάντσον της Νέας Υόρκης και έγινε ρεζίλι;
Είπε το πάτερ ημών από μέσα του για να πάρει θάρρος. Έτσι τον είχε μάθει να κάνει από μικρό παιδί, ο πατέρας του ο Ιερέας Μόρς.
Πάτησε πρώτα μερικές τελίτσες και στη συνέχεια λίγες παύλες, γράφοντας μία φράση η οποία μέσα σε ένα μόνο δευτερόλεπτο έτρεξε 72 χιλιάδες χιλιόμετρα. Όσο απέχει δηλαδή, η Ουάσιγκτον από τη Βαλτιμόρη.
Είναι 24 Μαΐου 1844 και αυτή η στιγμή θα περάσει στην αιωνιότητα! Η νέα εφεύρεση του τηλέγραφου, είναι γεγονός!
Τι είχε γράψει με τις τελίτσες και τις παύλες; Μια φράση από την Παλαιά Διαθήκη, την οποία είχε προτείνει ο πατέρας του.
Αυτή:
«Τι κατόρθωσε ο Θεός!»
Πώς ξεκίνησαν όμως όλα;
Ας τα πάρουμε από την αρχή!
Ο Σάμιουελ Μορς ήταν ένα τυχερό παιδί, που μεγάλωσε σε μια οικογένεια ανώτερης αστικής τάξης, στο Μασαχούσετς της Αμερικής.
Το ιδιωτικό σχολείο ήταν μονόδρομος και στη συνέχεια το φημισμένο Πανεπιστήμιο Γέιλ, όπου πάνε όλοι οι επιφανείς και μέλλοντες σημαντικοί άνθρωποι.
Το ταλέντο του στο σχέδιο έδειξε ξεκάθαρα την κλίση του, κι έτσι το 1811 παίρνει το βαπόρι για την Αγγλία, με σκοπό να σπουδάσει ζωγραφική στην περίφημη Βασιλική Ακαδημία του Λονδίνου, που ήταν τοπ οφ δε τοπ! Λεφτά υπάρχουν, το είπαμε και προηγουμένως!
Λόντον μπέιμπι, το Γιου Κέι ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά, του αρέσουν πολύ τα βάιμπς και λέει «εδώ είμαστε».
Ζωγράφιζε ασταμάτητα, περνούσε ώρες ατελείωτες στο Βρετανικό Μουσείο μελετώντας τα έργα των μεγάλων δασκάλων και κέρδιζε συνεχώς βραβεία για τα δικά του έργα.
«Μπράβο, Μορς, φοβερό χέρι» του λέγανε οι δάσκαλοι.
«Ευχαριστώ, θείο δώρο είναι», απαντούσε αυτός θρησκευόμενα και ταπεινά.
Θα έμενε εκεί για πάντα, ήταν το his happy place αλλά ήρθε η Αμερικανική επανάσταση, δηλαδή ο Αγγλοαμερικανικός πόλεμος, που τον ξέρουμε καλά από το Outlander, και γύρισε πίσω άρον άρον στο Αμέρικα.
Ήταν πλέον περιζήτητος ζωγράφος, με μεγάλη φήμη, παντρεύτηκε και νοικοκυρεύτηκε και γενικώς, όλα καλά, όλα ανθηρά!
Όμως, η ζωή έχει τα πάνω και τα κάτω της και δεν μπορείς να είσαι πάντα χαρούμενος και να σου πηγαίνουν τα πάντα τέλεια.
Όπως είπαμε, ήταν περιζήτητος ζωγράφος και γι αυτό, πήγαινε συχνά επαγγελματικά ταξίδια για να κάνει τα πορτραίτα του κόσμου.
Κάποτε, σε ένα τέτοιο ταξίδι του, του έστειλαν γράμμα ενημερώνοντας ότι η γυναίκα του δεν ήταν καλά και να γυρίσει πίσω.
Μέχρι να μαζέψει πινέλα και καβαλέτα, έλαβε ένα ακόμα, ότι η γυναίκα του δυστυχώς μετρούσε ώρες.
Μέχρι να γυρίσει σπίτι του, εκείνη είχε ήδη ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι.
Αυτό το γεγονός τον οδήγησε στην απόφαση να εφεύρει μια μηχανή ή κάτι σχετικό, που να είναι πιο γρήγορο από το γράμμα.
Άρχισε να διαβάζει, να το ψάχνει, να πειραματίζεται με χαλαρούς ρυθμούς, μέχρι που έμαθε ότι κι ένας Γάλλος ήταν πολύ κοντά στην ίδια ανακάλυψη!
Και σαν να μην έφτανε ο Γάλλος, υπήρχαν και άλλοι που είχαν σκεφτεί την ίδια ιδέα, κάτι που καμιά φορά συμβαίνει και στον χώρο του βιβλίου, αλλά αυτό είναι μια άλλη κουβέντα, οπότε γκάζωσε.
Νύχτα μέρα και μέρα νύχτα, μερόνυχτα ολόκληρα, μελετούσε το φαινόμενο του ηλεκτρομαγνητισμού παίρνοντας και τη βοήθεια του κοινού , δηλαδή, των ακαδημαϊκών και γνωστών φυσικών επιστημόνων της Αμερικής.
Τον Οκτώβριο του 1837, έστειλε ένα υπόμνημα στο Γραφείο Ευρεσιτεχνιών των ΗΠΑ, περιγράφοντας τη βασική λειτουργία της συσκευής του και ζητώντας την κατοχύρωση της πατέντας.
Με το που έγινε γνωστό αυτό, άρχισε ο πόλεμος από τους ανταγωνιστές, που λέγανε ότι αυτή ήταν δική τους ιδέα, δική τους ανακάλυψη, το σκέφτηκαν πρώτοι, και τα ρέστα.
Παρόλο που απ’ ότι διαβάζω, δύο Άγγλοι τον κέρδισαν στην ολοκλήρωση της εφεύρεσης του τηλέγραφου κατά 8 ημέρες, ο Μορς κατάφερε να πατεντάρει τη δική του συσκευή.
Βοήθησε ότι το δικό του σύστημα δούλευε πάντα στις επιδείξεις και… τι άλλο; Είχε γνωριμίες.
Μάνι τοκς, γνωστό αυτό κι οι διασυνδέσεις του με την οικονομική και πολιτική ελίτ των ΗΠΑ, του δώσανε προβάδισμα.
Γενικότερα, είναι τέλειο να ‘χεις το ταλέντο. Ακόμα πιο τέλεια, να ‘χεις στρώσει τον πισινό σου κάτω και να ‘χεις εφεύρει ή δημιουργήσει κάτι ξεχωριστό. Το μόνο που μένει μετά, είναι να έχεις τη γνωριμία, να σπρώξει, να πας μακριά ή έστω να μη αργήσεις πολύ να φτάσεις εκεί που θες.
Ο Μορς κατάφερε να πείσει το Κογκρέσο το 1843 να χρηματοδοτήσει με 30.000 ολόκληρα δολάρια την τηλεγραφική διασύνδεση μεταξύ Ουάσιγκτον και Βαλτιμόρης.
Φυσικά, του βάλανε εμπόδια και τρικλοποδιές οι ανταγωνιστές και το συνδικάτο των Ταχυδρόμων που παρακολουθούσε και μονολογούσε «ο μaλάkaς ο ζωγράφος, θα μας φάει τις δουλειές θα μας κλείσει τα γραφεία, θα μας κλείσει τα σπίτια».
Επειδή του έκοβε, ολόκληρο Γέιλ έβγαλε, ολόκληρη εφεύρεση εφηύρε, με γρήγορα αντανακλαστικά που θα ζήλευε ο καθένας, πρότεινε στο Κογκρέσο την πολύ οικονομικότερη λύση των υπέργειων τηλεγραφικών στύλων, αντί των υπόγειων καλωδίων, που είχε αρχικά ζητήσει, για να μην αλλάξουν γνώμη και χάσει τη χρηματοδότησή του.
Εν τω μεταξύ ο απλός λαός ήταν σε φάση «γιατί μαλλιοτραβιούνται, αυτοί».
«Τι ανάγκη το έχουμε μωρέ…ποιος θα χρησιμοποιήσει τον τηλέγραφο ή όπως τον λένε. Αφού έχουμε τον ταχυδρόμο μας, αυτόν ξέρουμε, αυτόν εμπιστευόμαστε», έλεγε ο ένας.
«Και ποιος κάθεται τώρα να μάθει να συνδυάζει τελείες και παύλες, για να στέλνει μηνύματα», έλεγε ο άλλος.
Τελικά ανακαλέσαν, και τον χρησιμοποιούσαν επικοινωνώντας τα νέα τους με τους φίλους και συγγενείς που μένανε μακριά -δεν τη λες και χωριό την Αμερική-, πριν γίνουν παλιά τους.
Μέχρι να ανακαλυφθεί το τηλέφωνο, το κινητό και το ίντερνετ, ο τηλέγραφος ήταν ο βασιλιάς της γρήγορης επικοινωνίας και ο Μορς έγινε αληθινά πλούσιος και διάσημος.
Περνούσε βέβαια τον χρόνο του στα δικαστήρια αντιμετωπίζοντας όλους αυτούς τους διεκδικητές της πατέντας του.
Το 1854 το Ανώτατο Δικαστήριο τον δικαίωσε για την υπόθεση της πατρότητας του τηλέγραφου, κι εκείνος αποφάσισε να πουλήσει τα δικαιώματα και να κάνει τη ζωάρα του!
Άρχισε να ξαναζωγραφίζει, συν ίδρυσε και έγινε Πρόεδρος της Εθνικής Ακαδημίας Σχεδίου των ΗΠΑ, κατέβηκε και υποψήφιος στις εκλογές, τις οποίες όμως έχασε.
Μέσα σε όλα αυτά, πρόλαβε να ξαναπαντρευτεί και ν’ αποκτήσει ακόμα 4 παιδιά (είχε άλλα 3 από τον πρώτο).
Νομίζω ότι -λογικά- πέθανε ευτυχισμένος με τη ζωή που είχε, τις επιτυχίες στην προσωπική και επαγγελματική ζωή και που το όνομα του πέρασε στην αθανασία!
Βέβαια ποτέ δεν ξέρεις, μερικοί άνθρωποι έχουνε το ανικανοποίητο.
Έτσι δεν είναι;