Ο μελαγχολικός Έντουαρντ Χόππερ
«Τζοζεφίν, πώς σου φαίνεται;» ρώτησε τη γνώμη της γυναίκας του που ήταν και αυτή ζωγράφος και που, δε θα το πιστέψετε, όταν τον παντρεύτηκε το 1924 εγκατέλειψε τη δική της καριέρα για να ασχοληθεί με τη δική του.
Απόφαση της ήταν αυτή μεν, συχνά γινόταν η αιτία των τσακωμών τους, δε.
Αγαπούσε τον άνδρα της και εκτιμούσε πολύ το ταλέντο του, αλλά δεν μπορούσε να ξεχάσει, ούτε να προσπεράσει, ότι πριν τον γάμο τους, δικά της έργα βρίσκονταν σε γκαλερί δίπλα σε πίνακες των Πάμπλο Πικάσο και Αμεντέο Μοντιλιάνι.
«Τι λες Τζο;» επέμεινε εκείνος, όσο εκείνη μελετούσε τον πίνακα που έδειχνε κάτι ξενυχτισμένους σε ένα νυχτερινό καφέ. «Θα τον ονομάσω «Nighthawks», συμπλήρωσε.
«Οι αυστηρές γραμμές και τα γεωμετρικά σχήματα δείχνουν ξεκάθαρα τη μοναξιά και τη σιωπή» έσπασε τη δική της σιωπή εκείνη.
«Ευχαριστώ. Ήθελα να δείξω την αποξένωση, την απομάκρυνση και ότι όλοι πλέον σκυμμένοι σε ένα κινητό, βυθισμένοι στην οθόνη, απομακρύνεται ο ένας από τον άλλο ψυχικά και συναισθηματικά. Θυμάσαι το βιντεοκλίπ του Μόμπι που είδαμε στο ΜtV;
«Το Are You Lost In The World Like Me; Ναι, το έχεις αποδώσει εξαιρετικά», συμφώνησε εκείνη.
«Γιατί δεν έχω αναγνωριστεί καθολικά όμως;»
«Μην θλίβεσαι αγάπη μου. Θα είσαι από εκείνους τους καλλιτέχνες που μετά θάvατοv, οι πίνακές τους θα κοστίζουν εκατομμύρια δολάρια. Βλέπε, Βαν Γκογκ.
Σε αντίθεση με εμένα και το ταλέντο μου που θα χαθούμε στη λήθη» σχολίασε παραιτημένη εκείνη.
«Λες να ασκώ μεγάλη επιρροή στους εικαστικούς της Ποπ Αρτ και του Ρεαλισμού;» τη ρώτησε εκείνος προσπερνώντας το τελευταίο της σχόλιο.
«Και όχι μόνο. Το σινεμά θα ασχοληθεί μαζί σου, ο Βέντερς, ο Λίντς, o Χίτσκοκ και άλλοι σκηνοθέτες θα επηρεαστούν από τις εικόνες σου καθώς και…» δίστασε για μία στιγμή.
«Γιατί σταμάτησες; Τι ήθελες να πεις;»
« Να, όταν ξεσπάσει ο κορονοϊός, πανδημία είναι αυτό, και όλοι κλειστούν σπίτια τους και επιτρέπεται να βγαίνουν μόνο μέχρι το μπαλκόνι τους, θα σε μάθουν και όσοι δε σε ξέρουν, όπως θα μάθουν όλοι να ψήνουν ψωμί στη κουζίνα τους.
Θα γεμίσουν τα σόσιαλ μίντια εικόνες από μοναχικές λυπημένες φιγούρες», ολοκλήρωσε την πρότασή της.
«Ναι, αυτό είναι το στιλ μου», παραδέχτηκε εκεινος
«Μου αρέσει πολύ ο τρόπος που χρησιμοποιείς το φως, που βάζεις τους ήρωες κοντά σε παράθυρο, είτε στο διαμέρισμά τους είτε σε κάποιο καφέ μπαρ και αφήνεις μια λεπτή γραμμή ισορροπίας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού χώρου» ξαναγύρισε την κουβέντα στην τεχνική του.
«Εσύ πώς τα καταλαβαίνεις όλα και άλλοι δεν πιάνουν τίποτα και όλο ρωτάνε τι εννοώ και τι δείχνει ο πίνακας» αγανάκτησε εκείνος.
«Για να τους απαντάς ότι η αλήθεια βρίσκεται στους σεξ πίστολς και ότι η απάντηση βρίσκεται εκεί, στον καμβά», γέλασε εκείνη.
«Θες να της κάνεις παρέα; Είσαι για ένα ακόμα παιδί;» τη ρώτησε. Δεν είχαν αποκτήσει παιδιά, οι δυο τους γεννούσαν πίνακες.
Στάθηκε απέναντι από το καβαλέτο του. Κάθισε με το σώμα γυρισμένο προς το παράθυρο. Το είχε κάνει πολλές φορές και θα το έκανε άλλες τόσες.
Ο άνδρας της δημιουργούσε ανελλιπώς, δεν σταμάτησε ούτε όταν μπαινόβγαινε στα νοσοκομεία λόγω θεμάτων υγείας από την δεκαετία του ‘50 μέχρι το τέλος της ζωής του.
Η ζωή του Έντουαρντ Χόπερ λίγο πριν πεθάvει σε ηλικία 84 ετών το 1967, πέρασε μπροστά από τα μάτια του.
Είδε τους γονείς του να τον ενθαρρύνουν από παιδί να ασχοληθεί με τις τέχνες, σε ηλικία δέκα ετών να υπογράφει και να χρονολογεί τα σχέδιά του με κάρβουνο, αργότερα ως έφηβος να δημιουργεί με στυλό και μελάνι.
Στη συνέχεια να σχεδιάζει εκ του φυσικού, όπως λέει και το Ονειρολόγιο , ακουαρέλα και λάδι, το 1899 να ξεκινάει καλλιτεχνικές σπουδές στο ανοιχτό πανεπιστήμιο και την μετέπειτα μετεγγραφή του στη Σχολή Τέχνης και Σχεδιασμού της Νέας Υόρκης.
Ζωντάνεψε μπροστά του το κομψό διαφημιστικό γραφείο στο οποίο δημιουργούσε εξώφυλλα για περιοδικά και αφίσες για το θέατρο και τον κινηματογράφο, τα ταξίδια του στην Ευρώπη, η ποίηση του Μπωντλαίρ που τον συγκλόνιζε, η πρώτη γνωριμία με την Ζοζεφίν.
Καλά λένε ότι τα ετερώνυμα έλκονται.
Η κοντούλα, τσαχπίνα κοινωνική ζωγράφος που τράβηξε το ενδιαφέρον του και ας ήταν εντελώς διαφορετική από εκείνον.
Αυτός ήταν δυο μέτρα, μυστικοπαθής, εσωστρεφής, και πολύ τυχερός που εκείνη αποφάσισε να γίνει αυτός το έργο της ζωής της, διαχειριζόμενη την καριέρα του και τις συνεντεύξεις του, ποζάροντας γι’ αυτόν και συμβάλλοντας καθοριστικά στην πώληση των πρώτων του έργων αλλά και στην αναγνώριση του ταλέντου του.
Ήταν σαν το ζεύγος Γκαλά-Νταλί, βγάζοντας τον σουρεαλισμό από την εξίσωση και βάζοντας ωμό ρεαλισμό.
Πριν τον ακολουθήσει ένα χρόνο αργότερα, χάρισε χιλιάδες πίνακές του, ακουαρέλες, χαρακτικά και σχέδιά του, στο Μουσείο Γουίτνεϊ του Μανχάταν, της Νέας Υόρκης, όπου ζήσανε όλη την κοινή τους ζωή. Όχι στο Μουσείο. Στη Νέα Υόρκη.
Τον Ιούλιο του 1882, γεννήθηκε ο Έντουαρντ Χόππερ. Οι διάλογοι και τα σκηνικά είναι μυθοπλασία, τα υπόλοιπα είναι αλήθεια! Μπλέκω παρόν και παρελθόν,τα γνωστά, δηλ!
About Author


