Ο ξάδερφος μου!
Τυχεροί όσοι έχουν ανθρώπους – βράχους διαχρονικά στη ζωή τους, πόσο μάλλον αν είναι μέλη της οικογένειας τους, γιατί τους φίλους, και λοιπούς στη ζωή μας, τους επιλέγουμε! Οπότε ως ένα μεγάλο βαθμό έχουμε λόγο στην τύχη μας, δεν παίζει μπάλα μόνη της!
Αυτό το ποστ είναι για τον ξάδερφο μου τον Γιώργο. Από το σόι της Μάνης, όχι του Αϊ Στράτη, διότι είμεθα κατά το ήμισυ Μανιάτισσες και αυτό -στερεότυπο ξεστερεότυπο αλέρτ- με δυσκολεύει πολύ στο θέμα «υπομονή», που δεν συγκαταλέγεται μέσα στις αρετές μου και που ώρες ώρες θέλω να βάλω σε όλα τα παράλογα και άδικα ΜΠΟΥΡΛΟΤΟ!
Στο θέμα μας!
Αυτό το ποστ λοιπόν είναι δήλωση αγάπης, επειδή έτσι, επειδή μπορώ. Επειδή όταν του το μεταφέρουν, ο ίδιος δεν έχει σόσιαλ- θα χαμογελάσει και αυτό με κάνει ήδη κι εμένα να χαμογελώ!
Ο Γιώργος ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μικρός την Όλγα και απέκτησαν 3 υπέροχα παιδιά, δημιουργώντας μαζί μια υπέροχη οικογένεια- ο έρωτάς τους και ο γάμος τους για μένα είναι αφενός κινηματογραφικός, αφετέρου, παράδειγμα προς μίμηση. Φτου Σκόρδα!
Δούλευε και δουλεύει πολύ, είναι ο ορισμός του οικογενειάρχη και του φάμιλι τάιπ πέρσον και όλοι στο σόι μας όταν ψάχνουμε κάτι στο γενεαλογικό μας δέντρο ή θέλουμε να μάθουμε κάτι για κάποιο συγγενή μας, είτε κοντινό είτε πολύ μακρινό, θα τον πάρουμε τηλέφωνο, γιατί θα ξέρει. Δε θα έχει καιρό να του μιλήσει.
Ενδιαφέρεται, αγαπάει, νιώθει και νοιάζεται βαθιά, το ξέρεις, στο λέει με τα λόγια, στο δείχνει με τις πράξεις, δε χρειάζεται να το μαντέψεις!
Είναι ο αγαπημένος μου ξάδερφος, το γνωρίζουν όλοι, όμως το δηλώνω και εδώ, δημόσια. Έχουμε μια άλφα διαφορά ηλικίας και πάντα ένιωθα το μικρούλι του, υπό την προστασία του και ότι ήταν ο συνδετικός κρίκος μου, -ο βασικός έτσι; Όχι ο μοναδικός, μην έχουμε παρεξηγήσεις-, με τους υπόλοιπους δικούς μου Μανιάτες! Και αυτό ισχύει ακόμα και σήμερα που γράφω αυτές τις γραμμές.
Τώρα που είμαι και εγώ «μεγάλη», εργάζομαι, έχω παιδιά, σκυλιά, γατιά, χάμστερ και τρέχω και δε φτάνω, μου φαίνεται ΕΞΩΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟ ότι όταν πήγαινα Λύκειο
-και σας έχω ξαναπεί πόσο φλωράκι ήμουν, που με άφηναν να βγαίνω τα Σάββατα αλλά έπρεπε 12 νταν τα μεσάνυχτα να χω γυρίσει πίσω γιατί αλλιώς η άμαξά μου θα γινόταν κολοκύθα, που δεν μπορούσα φυσικά να πηγαίνω σε κλαμπ, που άνοιγαν την ώρα που εγώ έβαζα το κλειδί στην κλειδαριά και τέτοια-
στους διάφορους «χορούς» που διοργάνωνε το σχολείο για να μαζευτούν χρήματα για την πενταήμερη -μη μου το διορθώσετε σε πενθήμερη- και μου επέτρεπαν να πάω, με επέστρεφε σπίτι ο Γιώργος. Για να μην πω ότι ήταν προαπαιτούμενο!
Ο Γιώργος που έμενε και μένει Νέα Φιλαδέλφεια, ερχόταν στην «Αυτοκίνηση» και στο «Loft», ξέρω γω 2 -3 το πρωί, ΕΝΩ ΕΠΙΑΝΕ ΔΟΥΛΕΙΑ ΣΤΙΣ 6 και θυμίζω είχε ήδη τότε και 3 μωρά, και αναλάμβανε την ευθύνη να γυρίσει τη μικρή ξαδέρφη του σπίτι της στην Αγ Παρασκευή για να σιγουρευτεί ότι είμαι ασφαλής! Στο καπάκι πήγαινε στο μαγαζί του!
Και το έκανε με την καρδιά του, απλώς και μόνο για να διασκεδάσω, σαν να ήταν κάτι απλό, σαν να μην ήταν ζόρι και ποτέ δεν το ανέφερε καν!
Έχει κάνει πολλά για μένα και δεν ξεχνώ, τίποτα δεν ξεχνώ, και τα άλλα παραείναι προσωπικά για να τα φωνάξω από το μπαλκόνι μου, αλλά αυτό το συγκεκριμένο, που δε θα κάνανε πολλοί, έως και κανένας, με συγκινεί κάθε φορά που το σκέφτομαι!
Μακάρι να υπήρχαν περισσότεροι Γιώργηδες σε αυτή τη ζωή και μακάρι να έχετε τουλάχιστον έναν στη ζωή σας!