Να σου πω μια ιστορία;

Ο Πουτσίνι, η Τόσκα και η Μαντάμ Μπατερφλάι

Μοιραστείτε το :

Το 1858 ο καθηγητής μουσικής του Τζάκομο Αντόνιο Ντομένικο Μικέλε Σεκόντο Μαρία Πουτσίνι, αναφώνησε εκνευρισμένος: «Δε θα καταφέρεις ποτέ τίποτα στη ζωή σου».
Άμα έχεις ένστικτο ρε παιδί μου…
Η αλήθεια είναι ότι ο νεαρός Πουτσίνι ξημερώματα έδινε δικαιώματα, γιατί πουλούσε σε κακόφημες συνοικίες, τους σωλήνες που έβγαζε από το εκκλησιαστικό όργανο του ωδείου και με τα λεφτά αγόραζε υγρά με γεύση μάνγκο για το βέιπ του.
Ευτυχώς ήταν τόσο ταλαντούχος που μπορούσε να διασκευάζει τους ύμνους καταλλήλως, ώστε να μη χρειάζονται οι σωλήνες που είχε κλέψει.
Ήταν φτωχός πλην τίμιος, αν εξαιρέσουμε τους σωλήνες που πήγαινε για σκραπ.
Αν είχε λεφτά, δε θα είχε περπατήσει είκοσι οχτώ ολόκληρα χιλιόμετρα για να δει την Αϊντα.
Την Όπερα του Βέρντι εννοώ, όχι κάποια κοπέλα.
Ή μπορεί και να το συνδύασε με ραντεβού γιατί ήταν πολύ γοητευτικός, καλοντυμένος, σε εξαιρετική φυσική κατάσταση, όπως καταλαβαίνουμε.
Οι γυναίκες τον περιτριγύριζαν όπως οι μέλισσες το μέλι και εκείνος ανταπέδιδε τα μάλα!
Περνούσαν καλά, με έρωτα, πόθο, πάθος και λοιπά δαιμόνια και αυτό βγήκε πάρα έξω, στους γυναικείους χαρακτήρες των έργων του.
Όλα ξεκίνησαν όταν το 1882 έμαθε ότι θα γίνει ο αντίστοιχος διαγωνισμός της λογοτεχνικής συντροφιάς για μονόπρακτες όπερες.
Πήρε και μέρος και εύφημη μνεία και είδε το έργο του να εκδίδεται, εεε, να γίνεται παράσταση.
Στο κοινό της παράστασης βρέθηκε ο Τζούλιο Ρικόρντι, που ήταν γνωστός μουσικός εκδότης, τον χειροκρότησε πολύ και επειδή είχε πάντα μαζί του ένα συμβόλαιο για παν ενδεχόμενο, πήγε στα καμαρίνια και πέσανε οι υπογραφές.
Τα πρώτα δύο έργα του, ενώ άρεσαν σε όσους τα άκουσαν, δεν κατάφεραν να μπούνε στη λίστα με τα ευπώλητα του Πάμπλικ.
Η επιτυχία ήρθε όταν συνεργάστηκε με τους καταξιωμένους λιμπρετίστες Τζιουζέπε Τζιακόζα και Λουίτζι Ίλικα, γιατί δε φτάνει μόνο το ταλέντο, πρέπει να συναναστρέφεσαι και να συνεργάζεσαι με τα κατάλληλα άτομα και να κινείσαι στους σωστούς κύκλους.
Έξω από αυτούς δε πα να χτυπιέσαι σαν χταπόδι, δεν.
Με αυτούς στο πλάι του και τον Εκδότη που τον στήριζε, έκανε τον πρώτο του θρίαμβο, τη «Μανόν Λεσκώ»
Τρίτο και τυχερό που λένε!
Η όπερα που έγραψε βασιζόταν στην ιστορία του ιππότη Ντε Γκριέ και της Μανόν Λεσκώ. Ερωτική ιστορία προφανώς, με πάθη και ίντριγκες που αρέσουν στο κοινό! Ε, εόχαν και καλύτερο προμόσιον, πήγε για δεύτερη και τρίτη έκδοση!
Στη συνέχεια έγραψε έργα που μέχρι και σήμερα ανεβαίνουν στις λυρικές σκηνές και σκάλες του Μιλάνου! Ποιος δεν έχει ακουστά την Τόσκα ή την «Μαντάμ Μπάτερφλαϊ»;
Επιτέλους τα κατάφερε και μπήκε στο κλαμπ των επιτυχημένων.
Άρχισε να εισπράττει δικαιώματα και το ταμείο σταμάτησε να είναι μείον. Άλλαξε την γκαρνταρόμπα του ψωνίζοντας στα γκούτσι και τα πράντα, αγόραζε σπίτια, σαν να ήταν καραμέλες και ζούσε ζωάρα με την Ελβίρα Μποντούρι Τζερμινιάνι, που ήταν μεν το αίσθημά του, ωστόσο, ήταν παντρεμένη με άλλον.
Αν με ρωτάτε, του έδωσε έμπνευση για τους γυναικείους ρόλους στις όπερές του, ιδίως το τελευταίο και ημιτελές Έργο του ε, έχει πολλά κοινά με την πραγματική του ζωή!
Η τέχνη άλλωστε αντιγράφει τη ζωή, και το ανάποδο.
Το ξένο είναι πιο γλυκό όταν είναι …ξένο. Άμα γίνει δικό σου, μπορεί να μετατραπεί σε ξινό.
Πάντως υπήρξε ένα διάστημα που τα είχε όλα. Τη γυναίκα που ήθελε, είχαν αποκτήσε μάλιστα και παιδί μαζί και επαγγελματική επιτυχία.
Βέβαια, ο νόμιμος σύζυγος δεν ήταν Σουηδός και δεν το πήρε πολύ καλά, όλο αυτό. Απειλές, βρισιές και ο κακός χαμός,έκανε το ζέυγος να το σκάσει και να κρυφτεί και αυτό προκαλεί κάποιες δυσκολίες, όταν θες να γίνεις διάσημος συνθέτης.
Δεν ξέρουμε τι θα είχε γίνει αν ο νόμιμος σύζυγος δεν πέθαινε, αλλά επειδή με τα «αν» καριέρα έκανε μόνο ο Παπακαλιάτης, θα πούμε τα γεγονότα.
Το ζεύγος βγήκε από την κρυψώνα του και επέστρεψε στη βίλα του αλλά δεν είχαμε χάπι έντ.
Η Ελβίρα ζήλευε πολύ και άγρια, τσέκαρε μηνύματα στο κινητό, μύριζε τα ρούχα του, του απαγόρευε να βγει και τέτοια.
Βέβαια, δε θα τη βγάλουμε τρελή, ο Πουτσίνι όντως είχε ερωτική σχέση με μια νεαρή που τη λέγανε Κορίνα.
Έγραφε στο πουτσίνι του την Ελβίρα που πάθαινε κρίσεις υστερίας, έκανε απεργίες πείνας, χύμηξε στην άμαξα που ήταν μέσα η Κορίνα και πήγε να της βγάλει τα μάτια, ορμούσε και σε εκείνον που κοιμόταν τα βράδια με το ένα μάτι ανοιχτό.
Ο Πουτσίνι είχε μπλέξει. Καταρχάς, του ζητούσανε και οι δύο να τις αποκαταστήσει.
Έπρεπε ή να παντρευτεί την επί τόσα χρόνια σύντροφό του και μητέρα του παιδιού του που όμως τώρα δεν ήθελε να τη βλέπει ούτε ζωγραφιστή ή την Κορίνα , γιατί μην ξεχνάμε ότι ήταν 1900 και την είχε εκθέσει.
Τελικά, δωροδόκησε την Κορίνα και παντρεύτηκε την Ελβίρα.
Η Ελβίρα όμως δεν χαλάρωσε. Διάβαζε τα μηνύματα στο κινητό του, κρυφάκουγε τα τηλέφωνά του, είχε κάνει ψεύτικο προφίλ στα σόσιαλ και παρακολουθούσε τις κινήσεις του.
Κάποια στιγμή της κόλλησε στο μυαλό ότι αυτός είχε σχέση με την υπηρέτρια τους, την Ντόρια.
Όσο και να το αρνιόντουσαν και οι δύο, εκείνη δεν τους πίστευε.
Έκανε μαύρη τη ζωή της Ντόριας, την έβριζε, την έκανε, την έρανε, μέχρι και τους αδερφούς της έπεισε και εκείνοι απείλησαν να σπάσουν τα παϊδια του Πουτσίνι που την ατίμασε.
Δυστυχώς η ιστορία δεν είχε καλό τέλος. Η Ντόρια δεν άντεξε και ήπιε χλωρίνη. Η Ελβίρα διέδωσε ότι π3θαvε λόγω αποτυχημένης άμβλωσης.
Όπως φαντάζεστε αυτό έπαιζε πρώτη είδηση σε όλα τα σάιτ και τις πρωινές εκπομπές, ιδίως όταν βγήκε στη δημοσιότητα η ιατροδικαστική εξέταση που αποδείκνυε ότι η Ντόρια πέθανε παρθένα.
Ο Πουτσίνι, σκέφτηκε αρχικά να ακολουθήσει την Ντόρια, μετά να ζητήσει διαζύγιο, αλλά τελικά, έμεινε στο πλευρό της γυναίκας του στο δικαστήριο, όπου οι ένορκοι ψήφισαν ομόφωνα την ενοχή της.
Τελικά, οι Πουτσίνοι και οι αδερφοί της Ντόρας τα βρηκαν. Μίλησε το χρήμα και απέσυραν την μήνυση.
Στο μεταξύ, η επαγγελματική πορεία του εξακολουθούσε να ειναξ, μέχρι που αρρώστησε.
Εκείνη την περίοδο έγραφε την πασίγνωστη και πανπετυχημένη όπερα, την «Τουραντότ».
Δεν πρόλαβε να την ολοκληρώσει, ωστόσο ανέβηκε ημιτελής στη Σκάλα του Μιλάνου το 1926, υπό τη διεύθυνση του Αρτούρο Τοσκανίνι.
Οι τελευταίες σελίδες της «Τουραντότ» που συνέθεσε, ήταν για μια σκλάβα που αυτοκτόνησε από αγάπη.
Τυχόν ομοιότητα με πράματα και καταστάσεις, δεν είναι συμπτωματική.
Οι μελετητές το λένε και συμφωνώ ότι η έμπνευση για το«Τουραντότ» ήταν η δυστυχής υπηρέτριά του, η Ντόρια Μανφρέντι.
ΥΓ: Μόλις συνειδητοποίησα ότι δεν έχω διαλόγους!
Αυτό είναι θαύμα! Συνήθως τα κείμενά μου έχουν μόνο διαλόγους! Και αναγκάζομαι να γυρίζω πίσω και να κάνω κάποιους από αυτούς, πεζό κείμενο!

About Author

Μοιραστείτε το :