Της Όπισθεν τα δύσκολα!
Βγήκα για ποτό, αλλά πρώτα έζησα μια περιπέτεια που περιλάμβανε όπισθεν και οπισθογωνίες!
Μπήκα που λέτε στο αμάξι, να οδηγήσω μία από τις τέσσερις διαδρομές που ξέρω! Έστριψα εκεί που στρίβω πάντα, για να αφήσω το αυτοκίνητο και να πάρω ησάπ- μετρό και να φτάσω στον προορισμό μου. Όπως κάνω πάντα!
Βλέπω μια ουρά από αυτοκίνητα και καταλαβαίνω αμέσως ότι κάτι δεν πάει καλά.
Βλέπω επίσης, το χέρι του οδηγού από το μπροστινό αυτοκίνητο να μου κάνει σινιάλο να κάνω πίσω.
Οουυυ, ΝΟΟοοΥ, ΝΟΟΟΟΟΥ, Χιούστον γουίβ γκοτ πρόμπλεμ. Εγκέν! Δεν κουνιέμαι εννοείται, σφυρίζω αδιάφορα, οπότε εκείνος κατεβαίνει από το αμάξι του και έρχεται στο δικό μου!
“Κοπελιά, μπροστά έχει μείνει ένα φορτηγό. Πρέπει να κάνεις όπισθεν!”, μου λέει.
“Ω, δεν παίζει αυτό.” απαντώ εγώ, κατηγορηματικά.
“Τι εννοείς;”, με ρωτάει με απορία.
“Ε, ας περιμένουμε λίγο”, λέω. “Μωρέ, δε βιάζομαι” συμπληρώνω.
“Τι να περιμένουμε κορίτσι μου, έμεινε φορτηγό μπροστά σου λέω, θα έρθει η οδική βοήθεια”, διευκρινίζει, μήπως μου ξέφυγε κάτι την πρώτη φορά.
“Έχω άλλο αμάξι πίσω μου, δεν μπορώ” του εξηγώ κάπως δίσημα.
“Θα κάνει κι εκείνος”, αρχίζει να χάνει την υπομονή του.
“Δε θεεελω, θέλω τη μαμά μου”.
“Έλα να τελειώνουμε και κάνει ψofoκρυο”
Εντάξει τα δύο τελευταία δεν ειπώθηκαν δυνατά, τα είπαμε από μέσα μας!
Έκανα τον σταυρό μου και έκανα και όπισθεν και οπισθογώνια παρακαλώ, κλαπ κλαπ, χειροκρότημα.
Στη συνέχεια, προχώρησα μπροστά, με το σκεπτικό ότι θα το αφήσω λίγο πιο κει. Αμ δε! Πάρκινγκ θα λες και θα κλαις. Ανέβηκα μια ανηφόρα, είχα επιλογή να κάνω δεξιά ή αριστερά, δεν ήθελα τίποτα από τα δύο, αλλά ευθεία δεν είχε δρόμο. Αναγκάστηκα να κάνω στην τύχη δεξιά, με το μπαρδόν. Προχωρούσα προχωρούσα, θέση δεν έβρισκα, δεν ήξερα που πήγαινα, απομακρυνόμουν και από τα μέρη που γνώριζα. Να παρκάρω, να μπω στον ΗΣΑΠ και να πάω για ποτό ήθελα, όχι να οδηγώ στο άγνωστο, κάνοντας μάθημα πορείας!
Εκεί που είχε αρχίσει για τα καλά να με πιάνει πανικός, είδα μπροστά μου ένα βενζινάδικο – ΚΑΛΑ ΝΑΝΑΙ ΕΚΕΙ ΠΟΥ ΒΡΕΘΗΚΕ, θα πηγαίνω σε αυτό να βάζω βενζίνη! Μπήκα από τη μία είσοδό του, βγήκα από την άλλη, και ξαναπήρα τον δρόμο αντίστροφα!
Ξαναπέρασα από το σημείο με το φορτηγό, η ουρά, διαφορετική ουρά, ήταν ακόμα εκεί, και για να μην τα πολυλογώ, βρήκα να παρκάρω κάπου κοντά στο σπίτι μου και ξαναΈΚΑΝΑ ΤΗΝ ΙΔΙΑ ΔΙΑΔΡΟΜΗ, με τα πόδια! Ξαναπέρασα από το σημείο με το φορτηγό, εννοείται είχε ακόμα ουρά και μπήκα στο ΜΜΜ.
Εν τέλει, ε φιου άορς λέιτερ, έφτασα εκεί που ήταν να φτάσω!
Ν στο παρμπρίζ μέχρι να σβήσει ο ήλιος!