Τουλούζ – Λοτρέκ |Ο Κόμης ζωγράφος που γύριζε στα μπαρ και τα χαμαιτυπεία
«Τι σκάνδαλο, τι ντεκαντάνς, Μον ντιε, Μαρούσκα, το εβιάν!» φώναζε κατακόκκινος από το κακό του, ο Κόμης Λοτρέκ
«Έγινε κάτι Κόμη μου;» τον ρώτησε η Μαρούσκα.
«Ο γιος μου, έγινε, χρειάζεται να γίνει και κάτι άλλο; Δε φτάνει αυτός;» της φώναξε εν εξάλλω εκείνος.
«Εννοείτε που έχει διαφορετική εμφάνιση;»
«Δε φτάνει που είναι έτσι όπως είναι, αλλά γυρνάει στα καταγώγια και στα σκορπιός μπαρ είναι για σένα, παμ».
«Μα, κύριε Κόμη, αφού παντρευτήκατε την πρώτη σας ξαδέρφη και όλοι στην οικογένειά σας παντρεύεστε ανάμεταξύ σας, μην τυχόν μπει κανας ξένος στην περιουσία σας, λογικό δεν είναι να υπάρξει κάποια ανωμαλία στο ντι εν έι;»
«Και σε αυτά τα χαμαιτυπεία με τους χαμερπείς, τις πόρνες και τους πόρνους, τι δουλειά έχει να κυκλοφορεί, Ευγενής άνθρωπος; Θα τρίζουν τα κόκαλα των προγόνων μας, των κομητών της Τουλούζης, οι οποίοι δοξάστηκαν στις Σταυροφορίες….Θα μας πάρουν πίσω τον τίτλο, εξαιτίας του!»
Ο Τουλούζ, ήθελε να πεταχτεί και να του πει ότι κάνει παρέα από τον Μπάμπη τον σουγιά και τον Νίκο τον πεταλούδα, μέχρι τον Εμίλ Μπερνάρ, τον Βαν Γκογκ και τον Όσκαρ Ουάιλντ, τους οποίους μάλιστα ζωγράφισε, αλλά αφού ο πατέρας του μιλούσε γι’ αυτόν χωρίς αυτόν, δεν το έκανε.
Αντ’ αυτού, φόρεσε το καπέλο του και βγήκε έξω από το σπίτι.
Θα πήγαινε σε κάποιο καμπαρέ, να πιει, να ξεχάσει τον πόνο του, να δημιουργήσει και κάνα πίνακα, να κάνει και κάνα σεκs, όχι απαραιτήτως με αυτήν τη σειρά.
Αμφιταλαντεύτηκε λίγο και τελικά πήρε τον δρόμο προς το Μουλέν Ρουζ να βρει τις φίλες του, τις αρτίστες, τις χορεύτριες, τις πόρνες, να νιώσει αποδοχή.
Είχε ζήσει στο πετσί του τον χλευασμό των συνομηλίκων και των συμφοιτητών του, όταν το 1882 μετακόμισε στο Παρίσι για να σπουδάσει τέχνη.
Ήταν -το λιγότερο- διαφορετικός, με ύψος ενάμισι μέτρο, κορμό ενηλίκου και πόδια παιδικά και ατροφικά.
«Αμαρτίες γονέων παιδεύουσι τέκνα», έλεγε στον μπάρμαν, που εκτελούσε χρέη ψυχολόγου, κατεβάζοντας το ένα σφηνάκι μετά το άλλο.
Από ένα σημείο και μετά δεν τον έπιαναν και έτσι παρήγγειλε στον μπάρμαν ένα ποτό, δικής του έμπνευσης.
Η μείξη κονιάκ της παρηγοριάς και πράσινης νεράιδας στο σέικερ, που σήμερα είναι γνωστό ως κοκτέιλ «earthquake», ήταν τούρμπο συνδυασμός, αυτό που χρειαζόταν!
[Έχω πιει αψέντι και με έχει στείλει αδιάβαστη, οπότε, φαντάζομαι τον συνδυασμό των δύο στο ποτήρι!]
Ευτυχώς, το ταλέντο του ήταν τιτατοτεράστιο και πιάστηκε από την τέχνη του σαν σανίδα σωτηρίας.
Δημιούργησε μόνο 737 καμβάδες, 275 ακουαρέλες, 363 εκτυπώσεις και αφίσες για τα θεάματα στα μπαρ και τα τσίρκα, κεραμικά και βιτρό και άγνωστο αριθμό έργων.
Η αφίσα που έφτιαξε το 1891 για το Μουλέν Ρουζ τον έκανε διάσημο σε όλο το Παρίσι και την Μπελ Επόκ, οπότε, μπορεί ο πατέρας του να μην τον αποδέχτηκε ποτέ, αλλά εκείνος κέρδισε τον σεβασμό και αναγνωρίστηκε ισότιμος των Σεζάν, Βαν Γκογκ και Γκογκέν. (μεταϊμπρεσιονιστική περίοδος).
Η εικονιζόμενοι στα έργα του ήταν ως επί τω πλείστω, οι παρακμιακοί και παρακμιακές που χορεύαν και χαλάρωναν στα μέρη που σύχναζε ο ίδιος, κοντά στο σπίτι του στην Μονμάρτη. Αυτοί που φρίκαρα τον Κόμη πατέρα του, δηλαδή.
Ίσως αν έπινε με ρέγουλα να ήταν όλα αλλιώς.
[Λένε ότι κυκλοφορούσε με ένα κούφιο μπαστούνι μέσα στο οποίο έκρυβε αλκοόλ!].
Ή έστω να είχε βάλει προφυλακτικό με την κοκκινομάλλα πόρνη που πόζαρε και σαν μοντέλο του, όταν δεν κάνανε σεξ.
Δεν έβαλε όμως και οι πράξεις έχουν συνέπειες, και κόλλησε σύφιλη.
Σύφιλη και αλκοολισμός, τον οδήγησαν στον θάνατο, λίγους μήνες πριν από τα 37α γενέθλιά του στις 9/9/1901.
Το σύνδρομο Τουλούζ Λοτρέκ, δεν είναι συνωνυμία, έχει πάρει το όνομα του και προκαλεί εύθραυστα οστά, καθώς και ανωμαλίες στο πρόσωπο, τα χέρια και άλλα μέρη του σώματος.