
Emily Dickinson|Η ταλαντούχα, μοναχική, ντυμένη μόνο στα λευκά, διάσημη ποιήτρια
«Κυρία Έμιλυ, είστε έτοιμη; Να πατήσω το κουμπί του κινητού για ηχογράφηση;» ρώτησε η Μπλόγκερ.
«Κουμπί;» ρώτησε απορημένη και χάιδεψε σκεφτική τα μαργαριταρένια της κουμπιά στο λευκό της φόρεμα με τις δαντελένιες λεπτομέρειες.
«Ναι, είναι αφής, στο τηλέφωνο που κρατάω» της έδειξε το αντρόιντ της η Μπλόγκερ.
«Α, λέτε τη νέα εφεύρεση που επιτρέπει τη συνομιλία μεταξύ ατόμων που βρίσκονται σε απόσταση», είπε εκείνη που επιτέλους κατάλαβε. «Πού είναι όμως οι σωλήνες, τα καλώδια;» αναρωτήθηκε.
«Ναι, αυτό είναι η εξελιγμένη του μορφή, λέγεται κινητό και εφευρέθηκε πολλά χρόνια αργότερα. Δεν παίρνει μόνο τηλέφωνα, βγάζει φωτογραφίες, στέλνει μέιλ, γράφεις κείμενα σε μέσετζερ και…» σταμάτησε απότομα γιατί συνειδητοποίησε ότι η συνομιλήτρια της την κοιτούσε σαν να της μιλούσε σουαχίλι.
Τι της λέω της γυναίκας, στο 1860 που βρισκόταν, πώς να αντιληφθεί την έννοια του σμαρτφόουν… μάλωσε νοερά τον εαυτό της.
«Είναι σαν τις επιστολές που στέλνετε στους αγαπημένους σας ανθρώπους», της εξήγησε και εκείνης άστραψε το βλέμμα.
Επιτέλους κατάλαβε. Της μιλούσε για αλληλογραφία με περίεργο λεξιλόγιο, και λογικό, από άλλο αιώνα είχε ταξιδέψει για χάρη της.
Ναι, την αλληλογραφία την γνώριζε καλά! Έστελνε καθημερινώς γράμματα και περίμενε με λαχτάρα τον ταχυδρόμο.
«Ας ξεκινήσουμε από την παιδική σας ηλικία» την παρότρυνε να μιλήσει η Μπλόγκερ.
«Ως κορίτσι, ήμουν ήσυχη, αθόρυβη, διακριτική, λιγομίλητη. Γεννήθηκα ευαίσθητη αλλά και δυναμική ταυτόχρονα, με μια ήρεμη δύναμη που οι γονείς μου δεν υποψιάζονταν.
Με θεωρούσαν ασθενική, γι’ αυτό και συχνά με κρατούσαν σπίτι. Δε με πείραζε όμως, πάντα έκανα καλή παρέα με τον εαυτό μου.
Ήμουν πολύ καλή μαθήτρια, τριτοδεσμίτισσα προφανώς, «Ρεγγίνα ρόζας άματ», όπως και εγώ. Κάποια στιγμήν το παράτησα το σχολείο, δε μου πήγαιναν οι αυστηροί κανόνες και οι επεμβατικές θρησκευτικές πρακτικές του. Σας είπα, ήμουν δυναμική κι ας μη μου φαινόταν».
«Και μετά το σχολείο, αποφασίσατε να παρατήσετε και την …κοινωνική ζωή, να το πω έτσι;» τη ρώτησε η Μπλόγκερ.
«Ναι, μπορείτε να το πείτε έτσι. Μετά τα τριάντα μου, αποφάσισα να αποσυρθώ εντός του σπιτιού μου».
«Ναι, είναι παγκοσμίως γνωστό αυτό. Για ποιο λόγο όμως; Αγοραφοβία; Ερωτική απογοήτευση; Κατάθλιψη; Κάτι άλλο;» ρώτησε όχι όσο διακριτικά θα ήθελε.
«Το έκανα οικειοθελώς. Χρειαζόμουν ησυχία και χρόνο. Τα ποιήματα μου μέσα στο κεφάλι μου, με είχαν ανάγκη. Κάναμε μαζί πολύωρες συζητήσεις, έφτανε η νύχτα για να σταματήσουμε ή με σήκωναν πολύ πρωί. Έπειτα, θέλανε να βρούνε διέξοδο, να ακουστούν, με επέλεξαν να τα γράψω σε χαρτί».
«Και εσείς επιλέξατε μια ζωή μοναξιάς. Μακρά από επίγειες απολαύσεις. Πώς και δεν πήγατε σε κάποιο μοναστήρι;»
«Μα, δε με καταλάβατε. Ακολουθώ τους δικούς μου κανόνες και τις δικές μου επίγειες απολαύσεις. Για κανένα λόγο δε θα μπορούσα να είμαι σε ένα μοναστήρι. Επίσης, μοναξιά και μοναχικότητα δεν είναι συνώνυμες λέξεις και ας έχουν την ίδια ρίζα ετυμολογικά.
Ο μοναχικός άνθρωπος είναι δυνατός, αυτάρκης. Είναι συνειδητή επιλογή μου να αποστασιοποιηθώ από την ενεργό κοινωνική ζωή και να μείνω μόνη μου. Είμαι ποιήτρια, μπορείτε να φανταστείτε ποιητή να χοροπηδάει σε ρέιβ πάρτι; Έτσι δεν αποκαλούν τις χοροεσπερίδες στην εποχή σας;» ρώτησε ευχαριστημένη που γνώριζε και εκείνη κάποια πράγματα.
Ήταν πολύ μορφωμένη και όχι μόνο συγκριτικά με άλλες γυναίκες της εποχής της. Ο πατέρας της, γνωστός δικηγόρος, είχε μια βιβλιοθήκη αξιοζήλευτη.
«Τραπ ακούνε στην εποχή μου, οι άλλοι, όχι εγώ. Που λέτε, είστε η πιο σπουδαία Αμερικανίδα ποιήτρια ,πρόδρομος του Μοντερνισμού! Με αυτόν τον τίτλο θα περάσετε στο πάνθεον της αιωνιότητας» .
«Ευχαριστώ για τον χαρακτηρισμό. Η αλήθεια είναι ότι μέχρι τα τριάνταπέντε μου είχα γράψει περισσότερα από δύο χιλιάδες ποιήματα για τον πόνο, τη χαρά, τη φύση αλλά και την ίδια την τέχνη, οπότε, θα τον δεχθώ τον επιθετικό προσδιορισμό!» είπε και έστρωσε το φόρεμά της.
Εκείνη τη στιγμή ακούστηκε ο ήχος ειδοποίησης από το χρονόμετρό της κάνοντάς τη να αναπηδήσει.
«Το κέικ είναι έτοιμο!», ανακοίνωσε χαρούμενα.
«Αυτό με την καρύδα; Τα κέικ σας είναι τόσο διάσημα, σχεδόν σαν τα ποιήματά σας! Δε θα το πιστέψετε αλλά μελλοντικά θα βάλουν συνταγές γλυκών σας σε μουσείο» την ενημέρωσε η Μπλόγκερ.
«Ναι, ναι, αυτό είναι. Μισό λεπτό παρακαλώ».
Η Μπλόγκερ την είδε να κόβει κομμάτια μοσχοβολιστού κέικ, να το βάζει σε ένα καλάθι και να το κατεβάζει από το παράθυρο με ένα σκοινί.
«Είναι για τα παιδιά της γειτονιάς που παίζουν στον δρόμο», της εξήγησε.
«Τα γνωρίζετε;»
«Όχι, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία» χαμογέλασε και πρόσθεσε:
«Έφτιαξα κάποια μπισκότα που μου παραψήθηκαν, θα τα στείλω σε μια φίλη μου, συγγνώμη ένα λεπτό, να μη μου φύγει η έμπνευση», είπε και σημείωσε σε ένα χαρτί: “Εσωκλείω το υπόλοιπο μπισκότο της Αγάπης, μάλλον μου άρπαξε κάπως στο ψήσιμο, αλλά ο φούρνος της Αγάπης είναι καυτός”».
Στη συνέχεια έβαλε το σημείωμα μαζί με τα μπισκότα σε ένα πακέτο και έγραψε καλλιγραφικά τη διεύθυνσή της φίλης της.
Παρά την απομόνωση της, διατηρούσε καθημερινή αλληλογραφία με φίλους, οικογένεια και κόσμο από τον χώρο της λογοτεχνίας.
«Γράφω, που λες, γράφω γράφω, κάθε αναπνοή και ποίημα» γύρισε πάλι στην Μπλόγκερ.
«Λένε, ότι έχετε στείλει πολλά ποιήματά σας μέσω αλληλογραφίας σε φίλους ή συγγραφείς που θαυμάζετε , αλλά δεν δέχεστε την επιμέλεια και το έντιτίνγκ τους»
«Επιμέλεια κάνω η ίδια στα ποιήματά μου, όταν τα ξαναδιάβαζω μετά από καιρό. Έχω τον δικό μου τρόπο γραφής, δεν αλλάζω λέξη επειδή μου το υπέδειξε κάποιος άλλος.
Οι ήρωες μου έχουν οξυδερκή ματιά. Εκφράζω μέσω αυτών κάτι που δεν έχει συμβεί αλλά δεν αποκλείεται να γίνει με θάρρος και τόλμη ψυχής- αν το λέει η καρδούλα σου, με λίγα λόγια.
Αναρωτιέμαι αν το έχουν καταλάβει στην εποχή σου; Έχει γίνει άραγε αντιληπτό;» τη ρώτησε.
«Στην εποχή μου λένε ότι η Τέιλορ Σουίφτ είναι μακρινή σας ξαδέλφη. Ότι κατάγεστε και οι δύο από έναν Άγγλο μετανάστη του 17ου αιώνα» γέλασε η Μπλόγκερ.
Η Έμιλυ Ντικινσον ανασήκωσε τους ώμους της». «Είναι ποιήτρια η Τέιλορ που λέτε;»
«Γράφει στίχους στα τραγούδια της. Είναι σούπερ πετυχημένη και για κάποιον λόγο που προσωπικά δεν αντιλαμβάνομαι, έχει κάνει 200 εκατομμύρια πωλήσεις δίσκων, έχει κερδίσει 118 Παγκόσμια Ρεκόρ Γκίνες και έχει λάβει 3 φορές το βραβείο «Καλλιτέχνης της Χρονιάς» σε παγκόσμιο επίπεδο».
«Μάλιστα! Τι άλλο θα μπορούσες να μου πεις από την εποχή σου σε σχέση με μένα;»
«Η ποίηση σας θα γίνει video game».
«Τι είναι αυτό; Κάτι καλό;»
«Χμ, μεγάλη κουβέντα. Το λένε «EmilyBlaster» και οι παίκτες πρέπει να πυροβολήσουν για να κατεβάσουν λέξεις από τον ουρανό και να συνθέσουν ένα ποίημα σας. Οι οδηγίες λένε: «Πυροβολήστε τις λέξεις με τη σωστή σειρά για να συνθέσετε το ποίημα!»
«Για φαντάσου» σχολίασε η ποιήτρια.
«Όσο ζούσατε εκδόθηκαν λίγα ποιήματά σας» έφερε την κουβέντα στο έργο της η Μπλόγκερ.
«Όντως. Μετά τον θάνατό μου όμως, η αδερφή μου θα τα ανακαλύψει όλα και θα φροντίσει το 1890 να εκδοθεί η πρώτη συλλογή με ποιήματά μου!
Μετά από αυτό έγινα διασημότατη! Ανήκω στους πιο αναγνωρισμένους και αντιπροσωπευτικούς Αμερικανούς ποιητές του 19ου αιώνα, όπως γράφει και η Βικιπαίδια», είπε και έβγαλε το σημειωματάριο που είχε πάντα στην τσέπη του λευκού της φορέματος που βρισκόταν στο ύψος του γοφού της. Άρχισε να γράφει:

Για να στήσεις ένα λιβάδι
χρειάζεται ένα τριφύλλι και μια μέλισσα
μια μέλισσα και ένα τριφύλλι
κι ονειροπόλημα.
Αλλά και μόνο το ονειροπόλημα
μπορεί να φτάσει
-αν είναι λιγοστές οι μέλισσες-
Η Μπλόγκερ, σηκώθηκε απαλά, χωρίς να ενοχλήσει την ποιήτρια και τη μούσα που στεκόταν αόρατη δίπλα της και έφυγε από την οικεία της Ντίκινσον στη Μασαχουσέτη για να βρεθεί πίσω στην Ελλάδα του 2025.
Πηγές: Lifo| Perpetualgr/women/emili-ntikinson-15-diaxronikes-alitheies-apo-ti-spoudaia-poiitria/ |
poetryfoundation.org/poets/emily-dickinson
Photo Credit για την κεντρική εικόνα: Kyle Gherman από το Emily Dickinson at Roedde House Museum
About Author

