Σκέφτομαι και γράφω

Κάθε πρωί που κίναγα να πάω στα σχολειά, φεύγανε σαν πουλιά τα ψαροκάικα…

Μοιραστείτε το :

Κάθε πρωί, μα κάθε πρωί, προσπαθώ να ξυπνήσω τα παιδιά να ετοιμαστούμε και να πάμε ο κάθε κατεργάρης στον πάγκο του, στην αρχή με γλυκόλογα, αγκαλιές και φιλιά και στη συνέχεια με αγριοφωνάρες και βρηχηθμούς.

Όσο το ρολόι κάνει τικ τακ κι εμείς παραμένουμε στάσιμοι, σιγά σιγά αρχίζω να υψώνω φωνή και μεταμορφώνομαι από νεράιδα σε κακή μάγισσα.

Δεν μπορώ να καταλάβω πώς κάθε Σάββατο είναι όρθια και χοροπηδάνε γεμάτα ενέργεια από τις 7 το πρωί, ενώ κάθε μέρα, καθημερινή, πριν τις 8 -θυμίζω 8.15 χτυπάει το κουδούνι στο δημοτικό- δε σηκώνονται από τα παπλώματα κι όταν σηκωθούν με τα πολλά, περπατάνε με το ρυθμό της χελώνας.

Που εγώ έχω υπομονή αλλά ο χρόνος δεν έχει και δεν περιμένει! Κι ο κ. Διευθυντής του σχολείου άλλη μια φορά να ακούσει το κουδούνι να χτυπάει και να δει τη συγκεκριμένη ξεμαλλιασμένη μαμά που δεν έχει απλώσει καλά το κονσίλερ κάτω από τα μάτια -εμένα καλέ- έξω από την κλειδωμένη πόρτα να του λέει «χίλια συγγνώμη σας εύχομαι, αργήσαμε λίγο σήμερα», θα μου πει πού να τη βάλω τη συγγνώμη μου.

Το ίδιο και τα αυτοκίνητα που περιμένουν υπομονετικά πίσω από το δικό μου που αφήνω με αλάρμ, μέχρι να καλημερίσω και να απολογηθώ.

Ώρα Ελλάδος λοιπόν σήμερα, οχτώ πάρα δέκα και τα παιδιά ακόμα στο όγδοο όνειρο. Να παρακαλώ ήδη ένα μισάωρο να σηκωθούν, ενώ ταυτόχρονα βράζω πιλάφι.

Οχτώ παρά δέκα το πρωί χριστιανή μου έβραζες πιλάφι; Θα ρωτήσεις.

Ναι, γιατί χθες βράδυ είχα κάνει το κοκκινιστό και υπολόγιζα να κάνω μια μακαρονάδα την επόμενη μέρα μετά τη δουλειά, γιατί νόμιζα ότι υπάρχει φαγητό στο ψυγείο να πάρει τάπερ στο σχολείο το φουντούκι.

Το φαγητό που νόμιζα ότι υπήρχε είχε φαγωθεί μες τη νύχτα, οπότε πρωί πρωί καθώς ζεσταίνεις τα γάλατα γαργάλατα, φτιάξε κι ένα ρύζι στο γρήγορο.

Όπου θα σου κάνω κι άλλη παρένθεση μέσα στις παρενθέσεις που διαβάζεις τόση ώρα, -εγκιβωτισμός λέγεται αυτό, γεια σου Δάσκαλε της δημιουργικής γραφής, Σπύρο Κοπανιτσάνο- ο γιος μου δεν υπάρχει περίπτωση να φάει το φαγητό του, ποτέ δεν το τρώει.

Εκτός αν του έχω βάλει γιουβαρλάκια, τα οποία γιουβαρλάκια, κάποτε τα λατρεύαμε οικογενειακώς, τώρα ο άντρας μου μου είπε, ότι αν ξαναδεί γιουβαρλάκι στην κατσαρόλα, δεν ξέρει τι θα κάνει. Θα πάθουμε γιουβαρλακίτιδα στο τέλος.

Οπότε ναι μεν, θα μου το φέρει το τάπερ άθικτο πίσω ο γιος μου, αλλά γίνεται να πάει και χωρίς φαγητό σχολείο; Να λένε ότι η μαμά του δε μαγειρεύει;

Ας λένε ότι ξέρω να μαγειρεύω μόνο γιουβαρλάκια, καλύτερο από το τίποτα. Άσε που τη μέρα που θα το στείλω χωρίς τάπερ, εκείνη τη μέρα θα νιώσει πείνα, κι εκείνη τη μέρα θα θέλει να φάει. Μέρφυ σπίκινγκ, Μέρφυ Ρουλς!

Προσπαθώ να μην  ανησυχώ πολύ με την αφαγία του γιου μου και να μου θυμίζω ότι κι εγώ στην ηλικία του ήμουν πετσί και κόκαλο και η γιαγιά μου μου έφτιαχνε συνεχώς μόνο τα τρία φαγητά που έτρωγα: σούπες, μακαρόνια με κιμά και πατάτες τηγανητές. Τώρα όμως, ε; Με βλέπεις, μπαμπάτσικη μπαμπάτσικη.

Μαγειρεύω λοιπόν με το ένα χέρι, με το άλλο φτιάχνω τα σάντουιτς για το δεκατιανό, με το τρίτο χέρι κόβω αλουμινόχαρτα και βάζω κομμάτια κέικ που φτιάξαμε προχθές, με το τέταρτο χέρι ανοίγω το φούρνο μικροκυμάτων που κάνει μπίπ μπιπ -έχουν ζεσταθεί τα γάλατα-, ταυτόχρονα φωνάζω «σηκωθείτε παιδάκια μου καλά, μια μέρα να πάμε στην ώρα μας στα σχολεία και στις δουλειές μας χωρίς φωνές», τα παιδάκια μου τα καλά να με συνδέουν ο ένας με Κάιρο, η μικρή να μου απαντάει «άσε μας λε μαμά, δε πάμε κολείο, θα μείνουμε στο κλεβάτι», να ψάχνω να βρω τάπερ που να του ταιριάζει ένα από τα σαρανταδώδεκα καπάκια που έχω γύρω μου και τέτοια!

Κάνε εικόνα μια τύπισσα να γυρίζει σαν σβούρα γύρω γύρω από το τραπέζι της κουζίνας, να ανοιγοκλείνει ψυγεία, ντουλάπια,κατσαρολικά!

Τικ τακ, θυμίζω το ρολόι, αμείλικτο!

Ακούω ήχο βάιμπερ, σκέφτομαι οι φίλες μου είναι για τις καλημέρες και το πρωινό τσατ, θα το δω στο αυτοκίνητο μετά. Η δύναμη της συνήθειας την οποία θα καταπολεμήσω οσονούπω όμως, με κάνει να πιάσω το κινητό για να δω τι λένε «μια γρήγορη μωρέ, δε θα απαντήσω αμέσως» και βλέπω είναι η ομάδα βάιμπερ των γονιών του σχολείου του γιου μου.

Μια μαμά ρωτάει αν σήμερα θα φέρουν μόνο αυγό τα παιδιά σχολείο ή και τα βιβλία.

Μένω για μερικά -πολύτιμα- δευτερόλεπτα ακίνητη. Ποιο αυγό; Τι αυγό; Τι λέει η μαμά; Γιατί  να μην έχουν βιβλία σήμερα; Τι είναι σήμερα; Ποια είμαι; Πού πάω; Τι θα απογίνω;

Τρέχω στην τσάντα – Σπορτ Μπίλυ, βγάζω όπως όπως βιβλία, χαρτιά, ζωγραφικές, κασετίνες, αρπακτικά πουλιά, ένα λαστιχένιο δεινόσαυρο, ένα αλουμινόχαρτο με μισό τοστ μέσα, βρίσκω τον φάκελο που συνήθως υπάρχουν ενημερωτικά σημειώματα μέσα.

Αρχικά βλέπω ότι πρέπει να συναινέσω να πάει το παιδί σήμερα στην εκκλησία. Ψάχνω στιλό, δεν υπάρχει κανένα, μόνο μαρκαδόροι, πινέλα, δαχτυλομπογίες, κηρομπογιές και ξύλομπογιές.

Βρίσκω ένα του χόντος σέντερ στη δική μου τσάντα Σπορτ Μπίλυ, αρχίζω να γράφω, τελειώνει το μελάνι, δεν υπάρχει άλλο μπλε στιλό μες το σπίτι, α, να ένα με πράσινο μελάνι, συνεχίζω τη συναίνεση με άλλο χρώμα.

Στη συνέχεια, βλέπω ότι χθες τους έδωσε η δασκάλα τους -ναι, χθες, που δεν κοίταξα την τσάντα του- πασχαλινές εργασίες για το σπίτι και μπροστά μπροστά στις εργασίες γράφει: «αύριο να φέρουν ένα βραστό αυγό, ψαλίδι, κόλλες και το πρόχειρο τετράδιο»

Θεεεεεε μου, πες μου ότι έχουμε αυγά στο ψυγείο!!! Ω, ναι, σε ευχαριστώ, έχουμε αυγά! Μπρίκι να τα βράσω (δύο, το ένα μπορεί να σπάσει – προνοητική μέσα στην ανοργανωσιά, ε;) όμως, έχω; Έχεις λαγό; Έχει ουρά;

Το πιλάφι κόκαλα έχει; Έβρασε επιτέλους, να χρησιμοποιήσω το μάτι, α, να, ένα κατσαρολάκι, βάλε μέσα τα αυγά και-

ΣΗΚΩΘΗΚΑΤΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ;;;;;; Η ΏΡΑ ΕΊΝΑΙ 8.05!!!!!ΜΗΝ ΕΡΘΩ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΔΩΜΑΤΙΟ ΚΑΙ ΣΑΣ ΔΩ ΞΑΠΛΩΜΕΝΟΥΣ.

Μετά από αυτή την κορώνα που έβγαλα, ο γιος μου σε χρόνο dt έχει βγάλει πιτζάμες, έχει βάλει ρούχα και παπούτσια, έχει πιει γάλα και βοηθάει και την μπουμπού να ετοιμαστεί!

Στα επόμενα λεπτά, ό,τι δεν κάναμε το προηγούμενο μισάωρο, το κάναμε μέσα σε αυτά. Πιλάφια με κοκκινιστό και βρασμένα αυγά στην τσάντα, μπουφάν, παπούτσια, τσάντες, ασανσέρ, γρήγορο βάδην ως το αυτοκίνητο και δέσιμο στα καρεκλάκια του αυτοκινήτου χωρίς αντιστάσεις-αντιδράσεις!

Πάω να ξεκινήσω το αυτοκίνητο, μου κάνει σήμα ένας κύριος να μην το κάνω. Έρχεται στο παραθύρι μου, κατεβάζω τζάμι και μου λέει για ένα σκουπιδιάρικο που κάτι κάνει και καθυστερεί και να φύγω όλο το στενό με την όπισθεν, καλύτερα.

ΕΓΩ; ΝΑ ΚΑΝΩ ΌΛΟ ΤΟ ΣΤΕΝΑΚΙ ΜΕ ΤΑ ΠΑΡΚΑΡΙΣΜΕΝΑ ΔΕΞΙΑ ΚΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ ΑΥΤΟΚΙΝΗΤΑ, ΟΠΙΣΘΕΝ; Είστε με τα καλά σας κύριε, ξέρετε σε ποια μιλάτε;

Για διαβάστε λίγο το blog μου, το Nouazetamefountouki.gr,να δείτε τη σχέση μου με την οδήγηση.

-Εμ, δεν μπορώ να κάνω όπισθεν για τόσο πολύ, κύριε

-Ε, θα περιμένεις πολλή ώρα τότε, απάντησε κι έφυγε

Από πίσω ο γιος μου «μαμά, ή ώρα είναι 8.20».

Ε ρε γ$αμώ την τρέλα μου πρωινιάτικα. Φύσημα ξεφύσημα, τον σταυρό μου και όπισθεν όοοολο το στενό, κι οπισθογωνία, παρακαλώ, και μετά γκάζι κι απογείωση -προσγείωση στο σχολείο!

Και ντριν ντριν: «Καλημέρα σας, χίλια συγγνώμη, αργήσαμε λίγο σήμερα»!

Για να δούμε πώς θα κυλήσει το υπόλοιπο της μέρας! Εσείς πώς ξεκινάτε τα πρωινά σας;

About Author

Μοιραστείτε το :