Τέχνη

Ο Γιάννης Τσαρούχης και το θιγμένο ναυτικό

Μοιραστείτε το :

Ο Τσαρούχης χάζευε τους ναύτες που είχε ζωγραφίσει στον πίνακα και χαμογελούσε όταν έλαβε μήνυμα στο κινητό του. Χαμογέλασε ακόμα περισσότερο, τα μεγάλα πνεύματα συναντιούνται, σκέφθηκε. Του είχε στείλει ο ένας από τους δύο εικονιζόμενους στον πίνακα.

«Κατεβαίνει όλο το βασιλικό ναυτικό στο Ζάππειο. Αγριεμένο. Ανησυχώ για σένα», διάβασε και σταμάτησε να χαμογελάει.

Εκείνη τη στιγμή τον πλησίασε η θεία του η Δέσποινα, η αδερφή της μητέρας του και γυναίκα του βασιλιά των κονιάκ, Μεταξά.

Στο σπίτι τους, ένα περίφημο νεοκλασικό, έργο του σπουδαίου αρχιτέκτονα Ερνέστο Τσίλλερ, μεγάλωσε.

Αρχικά, γιατί η μητέρα του θεωρούσε ότι λερώνει τους τοίχους με τις νερομπογιές και τις τέμπερές του και του φώναζε, όπως και ο πατέρας του που ήθελε να τον δει δικηγόρο ή χημικό και σε καμία περίπτωση, μποέμ ζωγράφο.

Έπαιρνε λοιπόν πινέλα και μπλοκ ιχνογραφίας και πήγαινε να δημιουργήσει στο σπίτι των θείων.

Αργότερα όμως, όταν ήταν δέκα ετών, οι γονείς του αναγκάστηκαν να ταξιδέψουν στη Ελβετία για λόγους υγείας της αδερφής του και μετακόμισε στο σπίτι με τα κονιάκ.

Εκεί γνώρισε τις πιο σπουδαίες προσωπικότητες του Πειραιά και της Αθήνας, πολιτικούς, εφοπλιστές, ηθοποιούς, ζωγράφους, από την Κατίνα Παξινού και τον Ελευθέριο Βενιζέλο μέχρι τον Αιμίλιο Βεάκη και τον Νίκο Καββαδία.

Εκείνος ήταν και του σαλονιού και του αλωνιού, μπαινόβγαινε από τον ένα κόσμο στον άλλον, με μεγάλη άνεση!

«Μας περιμένει ο οδηγός, έχει παρκάρει στο καλλιμάρμαρο μπροστά. Πάμε να φύγουμε ανιψιέ» του είπε πιάνοντάς απαλά από το μπράτσο.

«Θεία, δεν καταλαβαίνω γιατί τους ενοχλεί ο γυμνός ναύτης μου. Κι ο Κοσμάς Ξενάκης έχει φτιάξει αυτόν εδώ τον Σάτυρο σε πλήρη στύση και κανένας δεν έχει ενοχληθεί.

«Τον έχει μόνο του όμως και επίσης δεν είναι υπαρκτό πρόσωπο. Δεν είναι δύο άνδρες μαζί και μάλιστα του ναυτικού», του απάντησε και έκανε ένα νόημα στον κύριο που τη συνόδευε να πάρει τον πίνακα του ανιψιού της που έδειχνε έναν ναύτη καθιστό και έναν γυμνό, ξαπλωμένο.

«Πάντως θεία, το 2022 μου έχουν υποσχεθεί ότι το έργο μου «Μάης» που έχει τη μορφή του φίλου μου που σου γνώρισα τις προάλλες, θα έχει σε δημοπρασία την πιο υψηλή τιμή εκκίνησης, στα 200 χιλιάδες ευρώ και θα δημοπρατηθεί έναντι 475.542 ευρώ. Και το 2024 ένα άλλο έργο μου σε δημοπρασία του οίκου Bonhams, για 572 χιλιάδες ευρώ!».

«Δεν ξέρω τι νόμισμα είναι το ευρώ αλλά τώρα έχουμε 1952 και πρέπει να φύγουμε από εδώ».

«Είναι από το μέλλον, θα έχουμε κοινό νόμισμα οι χώρες της Ευρωπαϊκής ένωσης».

«Θα μου τα πεις στο αυτοκίνητο».

«Εντάξει, πάμε σπίτι να πιούμε τον καφέ της παρηγοριάς με συνοδεία κονιάκ», συμφώνησε με βαριά καρδιά.

«Μη στενοχωριέσαι ανιψιέ, δεν ξέρεις μόνο εσύ το μέλλον, αλλά και εγώ. Το 2022 είναι μακριά ακόμα. Του χρόνου όμως θα υπογράψεις συμβόλαιο με τη γκαλερί του Ιόλα στη Ν. Υόρκη. Θα γίνει φίλος σου καλός, θα προωθήσει τη δουλειά σου, θα σε αποκαλεί ο «ζεϊμπέκικος» Γιάννης Τσαρούχης. Θα εγκατασταθείς στο Παρίσι και όλα καλά θα πάνε», του ανύψωσε το ηθικό, όπως έκανε όταν ήταν μικρό παιδί.

Προχώρησαν προς το αμάξι, αλά μπρατσέτα και από πίσω ακολουθούσε ο βοηθός της θείας με τον πίνακα.

Φύγανε εγκαίρως, πριν φθάσει το θιγμένο ναυτικό.

Αφού μπήκαν στο αμάξι και ξεκίνησαν η θεία τον ρώτησε γλυκά.

«Τι φάση με τους ναύτες; Έτσι δεν το λέτε οι νεολαίοι; Γιατί τόσοι πίνακες με αυτούς;»

«Όλα ξεκίνησαν όταν ζωγράφισα τον φίλο μου τον Τάσο. Όταν του ήρθε το χαρτί να παρουσιαστεί, δεν είχα ολοκληρώσει το πορτραίτο του. Πήγε να κάνει τη θητεία του, προφανώς στο Ναυτικό και στην πρώτη του άδεια ήρθε κατευθείαν σπίτι μου, όπως ήταν, φορώντας τη στολή του.

Τώρα που το σκέφτομαι, πάντα μου άρεσε το άσπρο χρώμα. Που βέβαια, τέκνικαλι σπίκινγκ το άσπρο δεν είναι χρώμα, όλοι το ξέρουμε αυτό, από το δημοτικό. Ούτε το μαύρο».

Οι ειδοποιήσεις που χτυπούσαν σωρηδόν από τα σόσιαλ μίντια τράβηξαν την προσοχή του κι έβγαλε το κινητό από την τσέπη του.

Συνοφρυώθηκε. Στο ερωτηματικό βλέμμα της θείας του, της έδειξε την οθόνη του σμαρτφόουν του.

Ένας βουλευτής της Νίκης κατέστρεφε ιν ρίαλ τάιμ τον χώρο τέχνης στο Ζάππειο. Κάποιοι οργισμένοι ναύτες τον βοηθούσαν.

Η μπάλα πήρε και τον Μόραλη επειδή στην ίδια έκθεση, παρουσίαζε γυμνό, γυναικείο αυτός.

Από κάτω υπήρχαν χιλιάδες χιλιάδων σχόλια.

«Όχι στη λογοκρισία της Τέχνης» φώναζε το μισό φέισμπουκ.

«Γεια στα χέρια του, βλασφημία» φώναζε το άλλο μισό.

Εκείνη τη στιγμή πήρε την απόφαση ότι θα έφτιαχνε ένα δικό του χώρο, σκεπτόμενος ότι ποτέ κανένα Μουσείο δεν θα εκθέσει τα έργα του όπως τους αξίζουν.

Ναι, γύρω στο 1981, θα εγκαινίαζε το ίδρυμα που θα είχε το όνομά του.

Θυμήθηκε την ερώτηση που του είχαν κάνει στο πρωινάδικο του Μέγκα που είχε βγει σε ζωντανή σύνδεση την προηγούμενη ημέρα λόγω της συμμετοχής του στην Έκθεση.

-Μπορεί ένας ζωγράφος να ζήσει από τα έργα του;

-Βεβαίως όχι… Η θέσις ενός ζωγράφου στην Ελλάδα είναι πραγματικά κωμικοτραγική. Αγοραστές δεν υπάρχουν, συλλέκτες δεν υπάρχουν, κοινό δεν υπάρχει.

Το πίστευε αυτό που είχε απαντήσει, εκείνος όμως θα έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του και το πινέλο του για να προωθήσει την ελληνική τέχνη και στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό.

Πώς τον είπε η θεία του εκείνον που θα τον βοηθούσε; Ιόλα; Για να τον γκουγκλάρει μια στιγμή…

About Author

Μοιραστείτε το :