
Ένας λίγο αλλιώτικος φίλος
Γράφει η Τ. Κ….
Έγραφα, έσβηνα, ξαναέγραφα….Η πρώτη μου σκέψη ήταν ότι σιγά το θέμα. Ανάμεσα σε τόσες μαμάδες, η ιστορία με ένα ζωάκι, θα φαινόταν αν μη τι άλλο λίγο αστεία. Σιγά, θα σκεφτόταν ίσως κάποιος, τι να μας περιγράψει αυτή; Τι μπορεί δηλαδή να έχει νιώσει /ζήσει/ βιώσει με ένα κατοικίδιο. Και όμως, είναι τόσα πολλά αυτά που έχω ζήσει, τόσα πολλά αυτά που έχω να θυμάμαι, από τα δικά μου γατάκια τον Μητσάκο και τη Μαρθούλα. Δύο αξιολάτρευτα αδεσποτάκια με τη δική του ιστορία το καθένα.
Σήμερα θα μιλήσω για τον Μητσάκο, που αν και μικρότερος από τη Μάρθα, για μένα είναι ο «πρωτότοκος» μιας και τον βρήκα πιο πριν. Ο Μητσάκος βρέθηκε στο δρόμο έξω από το σπίτι μου μικρούλης, ήταν δεν ήταν 4-5 μηνών. Άσχημος λίγο, με την λευκή του γούνα την μπαλωμένη με μαύρες τεράστιες βούλες, μια γκρι ουρά και ένα γκρι αυτί, αλλά τόσο αξιολάτρευτος. Σε κοιτούσε με αυτά τα τεράστια μάτια του, τα οποία είχαν κρυμμένη όλη την πονηριά του κόσμου μέσα τους.
Είχε τον τρόπο του ο Μητσάκος από τότε που ήταν μικρός και αδέσποτος. Σε χάιδευε με όση δύναμη είχε, σου νιαούριζε, σε έβλεπε και ύψωνε την ουρά του σα σημαία σε έπαρση. Δεν ξεχνούσε βέβαια να σου φέρνει και τα δωράκια του. Πότε ένα περιστέρι, πότε ένα τζιτζίκι, πότε μια ακρίδα. Απ’ όλα είχε ο, λίγο σιχαμένος ομολογώ, μπαξές.
Μια ημέρα γυρνώντας από έναν καφέ, βρήκα τον Μητσάκο μου, με ένα λαιμό μέσα στα αίματα. Κάποιο άλλο ζώο τον είχε γραπώσει προφανώς. Αυτός μόλις με είδε, έτσι όπως ήταν πληγιασμένος, ήρθε όλο χαρά και με την ίδια όρθια ευθυτενή ουρά που με καλωσόριζε πάντα να με προϋπαντήσει. Ήταν η στιγμή που είπα «ΤΕΛΟΣ», δε θέλω να το χάσω αυτό το γατί, θα το πάρω σπίτι. Πήγα, τον στείρωσα (ω, ναι, του το έκανα και αυτό του δόλιου και του κόπηκε η χαρά στη μέση), τον εμβολίασα, τον αποπαρασίτωσα και τον πήρα σπίτι. Η αλήτισσα ψυχή του Μητσάκου ωστόσο, δεν μπορούσε να ξεχάσει έτσι εύκολα, την κεραμιδίσια ζωή του.
Αναγκαστικά λοιπόν και αφού σχεδόν μου το ζητούσε (έτοιμος ήταν να μιλήσει ανθρώπινα μέσα στην απόγνωσή του για ελευθερία), ξεκίνησα να τον αφήνω λίγες ώρες να αλητεύει στον κήπο και στην αυλή, όπου και τον ξαναμάζευα για να κοιμηθεί μέσα. Σαν τα παιδιά ένα πράγμα που βγαίνουν να παίξουν μπάλα στην αλάνα και τα φωνάζει η άκαρδη μάνα να μαζευτούν σπίτι τους.
Πέρασα (και περνάω) πολλά με τον Μητσάκο. Ήταν εκεί σε εξετάσεις, σε διαβάσματα, σε απώλειες, σε χωρισμούς, σε διαγωνισμούς, σε επαγγελματικά βάσανα. Ήταν πάντα εκεί. Εγώ έκλαιγα και αυτός ερχόταν με όλη του τη δύναμη με το κεφαλάκι του να μου κάνει χάδια ή κουτουλιές γουργουρίζοντας όσο πιο δυνατά μπορούσε. Όσο πιο στενοχωρημένη ήμουν, τόσο πιο πολλή δύναμη έβαζε στο χάδι του και στο γουργούρισμα. Όσο πιο πολύ έκλαιγα τόσο πιο πολύ προσπαθούσε να με παρηγορήσει γυρνώντας μου ακόμα και την κοιλιά του, που σε άλλη περίπτωση δε θα το έκανε με τίποτα, αφού τον ενοχλεί πολύ να τον ακουμπάς εκεί.
Ήταν εκεί ο Μητσάκος όταν έφερα τον τότε φίλο μου και νυν άντρα μου πρώτη φορά σπίτι. Αφού τον «ζύγισε» λίγη ώρα με το μάτι, μόλις τον είδε να απλώνει χέρι για αγκαλιά πάνω μου, έκανε το σάλτο μορτάλε γραπώνοντας τον εχθρό από….όπου βρήκε τελοσπάντων.
Ο Μητσάκος, που παρεμπιπτόντως δεν ανέχεται και πολλά πολλά, συμπεριφέρθηκε σαν ώριμος άνθρωπος στον ερχομό της ανηψιάς μου. Εκεί που λέγαμε ότι θα ζηλεύει και θα της βγάλει κανά μάτι, ο Μητσάκος ήρθε για να μας αποστομώσει. Αγόγγυστα ανεχόταν τα τραβήγματα αυτιών, τα πειράγματα στις βούλες του και στην ουρά του, τα γαργαλήματα, μέχρι και το πέταγμα μικρών παιχνιδιών πάνω του.
Ο άλλοτε «δε σηκώνω μύγα στο σπαθί μου», σα να ήξερε εδώ ότι πρέπει να συμπεριφερθεί ώριμα, ότι πρόκειται για ένα μωρό και πρέπει να είναι προσεκτικός και gentleman. Πάντα εκεί με υπομονή και στωικότητα όχι μόνο δε ζήλεψε την αποκλειστικότητα που είχε η μικρή αλλά δεχόταν και κάθε λογής πείραγμα.
Σήμερα ο Μητσάκος είναι αισίως 8 χρονών. Εξακολουθεί να έχει αυτό το σπινθηροβόλο πονηρό βλέμμα και αυτόν τον τρόπο να σε κάνει να ασχολείσαι μαζί του συνεχώς. Συνεχίζει να γουργουρίζει πολύ πολύ δυνατά, και να σε «κουτουλάει» με το κεφαλάκι του, ευχαριστώντας σε για ό,τι έχεις κάνει γι’ αυτόν.
Αντιμετωπίζει ένα πρόβλημα υγείας το οποίο ακόμα δεν έχουμε ξεπεράσει. Είναι η πρώτη φορά που πέρασε από το μυαλό μου πως μπορεί να τον χάσω, και ξεκίνησα να κλαίω απευθείας. Το παλεύουμε μαζί, και ας μη με συμπαθεί τελευταία με τα τόσα «τσιμπήματα» που έχει υποστεί. Γνωρίζει κατά βάθος ότι γίνονται για το καλό του. Ο Μητσάκος ξέρει πόσο τον αγαπάμε. Το ξέρει και καμιά φορά νομίζω πως το εκμεταλλεύεται κιόλας. Αλλά δε με πειράζει, γιατί ο Μητσάκος ήταν εκεί στις πιο ευχάριστες αλλά και τις πιο άσχημες στιγμές μου, με έκανε να γελάω, με παρηγορούσε, με ανακούφιζε.
Θα ήθελα πολύ να προλάβαινε να τον γνωρίσει το δικό μου παιδί όταν με το καλό κάνω. Αν αυτό δε γίνει όμως, τον Μητσάκο θα τον έχω πάντα στην καρδιά μου, και στις ιστορίες μου, και θα προσπαθήσω πολύ για μην ξεχαστεί ποτέ ούτε από μένα ούτε από την οικογένειά μου. Άλλωστε πλέον ο Μητσάκος είναι ο ίδιος μέλος της οικογένειας αυτής.
Σημ. Η φωτογραφία του Μητσάκου είναι από την ημέρα του γάμου μου, κατά την προετοιμασία μου στο σπίτι, όπου κυριολεκτικά ο ίδιος σπάραζε σε όλη τη διάρκεια. Προφανώς ένιωσε την «απειλή» έτερου αρσενικού.
About Author

