
Ημερολόγιο Καραντίνας. Μέχρι πότε;
Ανήκω σε αυτούς που δε ζορίστηκα και δε ζορίζομαι -ακόμα- με το «μένουμε σπίτι».
Και το γράφω αυτό έχοντας κλείσει ένα εικοσαήμερο μέσα, έχοντας σώας τα φρένα και ούσα κομμάτια στην κούραση!
Δεν έχω δευτερόλεπτο ελεύθερο και το εννοώ. Από την ώρα που σηκώνομαι το πρωί μέχρι το βράδυ και μιλάμε για πολυυυυύ βράδυ, τα παιδιά κοιμούνται πλέον γύρω στα μεσάνυχτα, όλο κάτι κάνω. Σαν τη σβούρα γυρίζω γύρω γύρω και μαζεύω, τακτοποιώ, φτιάχνω, απασχολώ, απολυμαίνω.
Ρισπέκτ στις μαμάδες που μένουν σπίτι. Το χω ξαναπεί και παλιότερα, το ξαναλέω και τώρα. Αν τους ξαναρωτήσει κανείς «σιγά, και τι κάνεις όλη μέρα στο σπίτι;», να του δώσουν το τηλέφωνό μου να του εξηγήσω εγώ.
Που λες, δεν έφαγα φρίκη με τον εγκλεισμό αυτόν καθ’ αυτόν. Το πάρτι άνιμαλ, που ήμουν μια φορά κι ένα καιρό, μετατράπηκα σε πολύ συγκεκριμένο άνιμαλ απ’ ότι φαίνεται, γάτα, το είδος σπιτογατουλίσιους.
Ακόμη κι αν έτρωγα φρίκη όμως και δεν ένιωθα ευχαρίστηση που μένω σπίτι μου, αφού πρέπει να γίνει, θα έκανα την ανάγκη μου ελεύθερη βούληση και θα το έκανα να μου αρέσει. Με το στανιό.
Αυτό που δεν κάνω με το στανιό είναι ότι βρήκα μέσα σε όλη αυτήν κατάσταση και κάτι θετικό. Κι αυτό είναι: Χρόνος. Πολύς χρόνος. Από αυτόν που αναζητούσα να έχω με τα παιδιά μου. Δεν ήθελα να τον βρω λόγω κορονϊού, αλλά τον βρήκα.
Μην ακούσω δηλ. τίποτα του στιλ: “έπρεπε να γίνει πανδημία, για να βρεις εσύ χρόνο”.
Δε λέω αυτό.
Δε θα συζητήσουμε δηλ το αυτονόητο, ότι είναι φρίκη όλο αυτό που συμβαίνει. Μεγάλη φρίκη.
Άνθρωποι πεθαίνουν, κολλάνε ντόμινο ο ένας μετά τον άλλον, όσοι γίνονται καλά, δεν ξέρουμε αν μελλοντικά ξανακυλάνε ή αν τους μένουν κουσούρια, δεν μπορούμε να δούμε γιαγιάδες, παππούδες, αδέρφια, αγαπημένους μας και το κυριότερο, έχουμε φόβο, γιατί οι περισσότεροι έχουμε ένα ή και περισσότερα άτομα που ανήκουν σε ευπαθή ομάδα.
Εμείς έχουμε τον φουντουκοπατέρα, το νουαζετοσύζυγο.
Τρέμουμε μην κολλήσει κάτι, οπότε αυτό είναι από μόνος του ένας λόγος να μένουμε με ευχαρίστηση σπίτι μας, σπιτάκι μας, στην ασφαλή φωλίτσα μας.
Ευχαρίστηση όμως βρήκαμε και στον πολύ ποιοτικό χρόνο που ξαφνικά αποκτήσαμε με τα παιδιά μας.
Όταν δουλεύεις κι η δουλειά σου δε βρίσκεται δίπλα στο σπίτι σου, άρα τρως χρόνο και στα πηγαινελα και τα παιδιά σου έχουν επίσης σχολείο, διαβάσματα, μια – δυο δραστηριότητες μεσοβδόμαδα ή θέλουν να παίξουν με τους φίλους τους, ένα Σαββατοκύριακο που μένει -που και οι δουλειές του σπιτιού δε γίνονται μόνες τους- δεν προλαβαίνεις να χορταστείς.
Δε χρειάζεται να πω πολλά.
Μας αρέσει που δεν ξυπνάμε κάθε πρωί, τρέχοντας σαν τον Βέγγο κι έχοντας (εγώ) το βλέμμα της Μπέλατριξ στου Χάρι Πόττερ, φωνάζοντας «βάλτεεεε τα παπουτσιααααα σας επιτελους, αργήσαμεεεεεε».
Ή ότι παίζουμε κάθε -όλη- μέρα χωρίς χρονόμετρο.
Ή ότι μαγειρεύουμε πιο υγιεινά.
Ή ότι τρώμε όλοι μαζί στο τραπέζι.
Φυσικά σε όλο αυτό του μη-ζορίσματος, βοηθάει ότι τα παιδιά μου δεν γκρινιάζουν και δεν κλαίνε για να βγούνε έξω.
Και είναι είκοσι μέρες μέσα, έτσι; ΜΕΣΑ. Το «έξω» τους περιορίστηκε στο μπαλκόνι, άντε και στο τσακίρ κέφι, την πιλοτή μας.
Αυτό σημαίνει δύο πράγματα.
Ή ότι πραγματικά τους είχα λείψει πολύ, κάτι που μου δημιουργεί τύψεις, ενοχές, στενοχώρια ή ότι είμαι καιγαμώ, τους απασχολώ υπέροχα κι ας μην «πιάνουν τα χέρια μου» και δε χρειάζονται τίποτα άλλο, κάτι που με κάνει ευτυχισμένη.
Αφού σήμερα μου είπε το φουντούκι μου «μαμά, όταν τελειώσει η αρρώστια του κορονοϊού, να έρθουν οι φίλοι μου σπίτι μας;» . Δεν έχει μπουκώσει –ακόμα- με το «μέσα».
Εντυπωσιάστηκα, γιατί είναι παιδί που έχει ενέργεια, όπως κι η αδερφή του, και προ Κορονοϊού ήταν καθημερινά έξω, αθλητικές δραστηριότητες, παιδότοποι, πάρκα, άλση, ποδήλατα, κουλουπού κουλουπού, είχαν την τιμητική τους.
Είναι σημαντικό βέβαια ότι το σπίτι μας δεν είναι μικροσκοπικό, όπως ήταν εκείνο απ’το οποίο μετακομίσαμε!
Αν όλο αυτό μας είχε τύχει πρόπερσι, στο σπιτάκι που δε χωρούσαμε και εμείς και τα πράγματα μας, έπρεπε να διαλέξουμε ποιοι θα είναι μέσα, ε, θα είχαμε ζοριστεί.
Γιατί και τώρα τρέχουν, πηδάνε, παίζουν ποδόσφαιρο και τέτοια στο σαλόνι. Εξεπίτηδες μετακομίζοντας δεν πήραμε τραπεζαρία, θέλαμε χώρο.
Πάντως, το ερώτημα «τι να κάνω για να τους απασχολήσω» δε με απασχόλησε. Δεν κρίνω εκείνους που τους απασχόλησε, γιατί με το που πάω να σκεφτώ να κριτικάρω, ΤΣΟΥΠ, πέφτει κόφτης που μου λέει «τι σε κόφτει;»
Ξέρεις εσύ τα τι και τα πώς κάθε οικογένειας; Δεν τα ξέρω και γι αυτό δε θα κρίνω. Και δεν πρέπει να κρίνουμε ποτέ εξ ιδίων τα αλλότρια.
Τώρα είπα ψέμα, γιατί όντως έκρινα κάποιους. Αυτούς που συνέχισαν να βγαίνουν έξω σκεφτόμενοι την παρτικwλάρα τους κι αυτούς που αμφισβητούν την πανδημία και γράφουν διάφορα κουλά, οι έξυπνοι, που δεν την πάτησαν όπως εμείς οι άλλοι οι εύπιστοι που μασάμε κουτόχορτο.
Έχω κάνει αγώνα για να μην κρίνω τους άλλους, μικρότερη το είχα ευκολάκι, αλλά το συγκεκριμένο ανήκει στην κατηγορία: «Η ελευθερία του ενός σταματά εκεί που αρχίζουν να θίγονται τα όρια της ελευθερίας των άλλων». Δεν έχεις το δικαίωμα να με βάζεις σε κίνδυνο.
Πρόκειται για ζήτημα ζωής και θανάτου. Και η ελευθερία του λόγου σου, πρέπει να σταματάει εκεί που δεν προκαλείς θανάσιμο κίνδυνο.
Πάμε παρακάτω, μη συγχιστώ βραδιάτικα!
Κι έρχομαι στο ζουμί:
Αφού:
1.Κάναμε κηπουρική

2. Κάναμε κατασκευές – χειροτεχνίες

3. Είδαμε ταινίες και παιδικά – Τους “σύστησα” και τον Ροζ Πάνθηρα, τον οποίο λάτρεψαν, όπως και το «Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ο άνθρωπος»

4. Κάναμε γυμναστική στο σαλόνι

5. Διαβάσαμε και διαβάζουμε βιβλία

6. Παίξαμε επιτραπέζια


7. Ζυμώσαμε, ζαχαροπλάσαμε, φουρνίσαμε: ψωμί, πίτσα, κουλουράκια, κέικ, μηλόπιτες κι άλλες λιχουδιές



Και αφού κάναμε πολλά, δημιουργικά, καλλιτεχνικά, τεμπέλικα, με κίνηση, χωρίς, κλπ και δεν έχουμε αντίρρηση να τα ξανακάνουμε κι αυτά και πολλά άλλα, ουυυυυυ όρεξη να υπάρχει, δεν προλαβαίνουμε να βαρεθούμε (που ΚΑΙ Η ΒΑΡΕΜΑΡΑ καλή είναι, άσε που είναι και πολυτέλεια), έχω το εξής ερώτημα:
Μέχρι πότε; Υπάρχει κάποιο deadline σε όλο αυτό; Γιατί φυσικά δεν μπορείς να μείνεις μέσα στο σπίτι για πάντα. Ούτε τα λεφτά φυτρώνουν στα λεφτόδεντρα του μπαλκονιού μας.
Πότε θα βρούνε το φάρμακο, το εμβόλιο, το δεν ξέρω τι, που θα σβήσει το φόβο του θανάτου. Πότε θα σταματήσουμε όλοι να είμαστε εν δυνάμει απειλή για τον διπλανό μας;
Αν μη τι άλλο, αν ΧΤΥΠΑ ξύλο, κουνήσου από τη θέση σου, κολλήσουμε τον ιό και χρειαστούμε νοσηλεία, υπάρχει επαρκές προσωπικό; Τα κρεβάτια φτάνουν για όλους; Ρε παιδί μου οι ΜΕΘ είναι έτοιμες να δεχτούν κόσμο;
Λένε ότι ο Απρίλης θα ναι δύσκολος και θα κορυφωθούν τα περιστατικά. Είναι έτοιμο το κράτος;
Οκ, εμείς μένουμε σπίτι, πέρα από αυτό, τι άλλο γίνεται; Έχουμε κάνει κάποια πρόοδο;
Αυτά σκέφτομαι όταν κάνω διάλειμμα από τα διάφορα και με πιάνει το στομάχι μου και βγάζω ψυχοσωματικά.
Μέχρι πότε θα αγχώνομαι αν κολλήσει ο διαβητικός άντρας μου κι οι υπόλοιποι αγαπημένοι που έχω σε ευπαθή ομάδες;
Γιατί, οκ, μένουμε σπίτι αλλά θα βγούμε να πετάξουμε τα σκουπίδια ή να πάμε σουπερμάρκετ, όταν τελειώσουν οι –λογικές- προμήθειες, που πήραμε.
Όσο και να απολυμάνεις και να απολυμανθείς, ο φόβος ότι κάτι μπορεί να σου ξέφυγε, ότι μπορεί ο ιός να χώθηκε στην κάλτσα σου που φαινόταν από το μπατζάκι σου όταν βγήκες να πάρεις γάλα για τα παιδιά, υπάρχει.
Είμαστε που είμαστε αγχώδεις, θα το τερματίσουμε.
Πότε θα πάρω απάντηση σε αυτό το ερώτημα; Υπάρχει απάντηση;
Κλείνοντας, θέλω να ευχαριστήσω όσους δουλεύουν σκληρά με αυταπάρνηση, γιατρούς, νοσηλευτές, επιστήμονες για να βρούνε μια λύση σε όλο αυτό το δράμα και σε όσους δουλεύουν σκληρά και με αυταπάρνηση και εξυπηρετούν τον κόσμο, ιδίως τους υπάλληλους στα σουπερμάρκετ, στις αποθήκες, στα φαρμακεία, στα κούριερ.
Και θέλω να ευχηθώ το τέλος Απρίλη, να μας βρει όλους ΥΓΙΕΙΣ ΚΑΙ ΜΕ ΚΑΛΑ ΝΕΑ. Θεραπεία θα ναι αυτό; Εμβόλιο; Οτιδήποτε που θα κάνει όλο αυτό να μοιάζει με ένα εφιάλτη που πάει πέρασε.
Μέχρι, τότε, ΜΕΝΟΥΜΕ ΣΠΙΤΙ, ΜΕΝΟΥΜΕ ΑΣΦΑΛΕΙΣ.
About Author

