
Πόσα μπάνια -δεν- έχεις κάνει μέχρι τώρα;
Να σου πω καλύτερα πόσα παγωτά έχω φάει;
Για μένα, καλοκαίρι ίσον θάλασσα και παγωτά! Ως γνωστόν, αν δεν μετράς μπάνια και παγωτά ή έχασες το καλοκαίρι ή έπαψες να είσαι παιδί και προσωπικά, δε μου συμβαίνει τίποτα από αυτά τα δύο!
Τότε γιατί είναι μέσα Ιουλίου και έχω κάνει μόνο 1, ολογράφως «ένα», μπάνιο;
Γιατί το μπάνιο στις θάλασσες του λεκανοπεδίου Αττικής είναι υπερεκτιμημένο!
Γιατί το κολύμπι στις θάλασσες της Αθήνας δε μου κάνει κλικ, κι ας είμαι αδερφή γοργόνας!
Ορίστε το είπα! Το έβγαλα από μέσα μου!
Και τώρα θα επιχειρηματολογήσω επ αυτού!
Αρχικά, δεν έχω την τύχη να μένω κάπου παραθαλάσσια! Αν έμενα στις Γλυφαδοβούλες ή στα Λαγονήσια, στη Ραφήνα ή στο Πορτοράφτη, φαντάζομαι ότι δε θα αντιστεκόμουν στη θάλασσα που βρίσκεται σε απόσταση αναπνοής από το σπίτι μου (και μπορώ να πεταχτώ όποτε θέλω, χωρίς πολυκοσμία, πολυφασαρία, πολυβρομία!)!
Το σπίτι μου όμως δεν έχει καμία σχέση με καμία περιοχή που να διαθέτει θάλασσα!
Τι σημαίνει λοιπόν για τη φουντουκοοικογένεια το “πάμε παραλία”;
Αρχικά, ότι η μέρα είναι Κυριακή, η μόνη μέρα που κανείς μας δε δουλεύει και δεν έχει δραστηριότητες! Η μόνη μέρα που μπορούμε να ξεκουραστούμε και να περάσουμε ποιοτικό χρόνο όλοι μαζί!
Έπειτα, ότι πρέπει να ξυπνήσω το πρωί, να ετοιμάσω τα χίλια δυο τζάτζαλα μάτζαλα, που σου έλεγα εδώ, όταν είχαμε ακόμα μόνο ένα παιδί ή …μισό λεπτό… καλέ, έχω γράψει ανάρτηση και για τα δύο παιδιά “Σαν βγεις στον πηγαιμό για την παραλία μαζί με ένα νήπιο και ένα μωρό“!
Στη συνέχεια, πρέπει να φορτώσουμε και να μπούμε στο αυτοκίνητο, που αυτό μπορεί να ακούγεται εύκολο αλλά καμιά φορά είναι χρονοβόρα διαδικασία! “Η μαμάαααα να με βάλει στο κάθισμααααα, όχι εσύυυυυ”, “με σφίγγει η ζώνηηηηη”, “δε θέλω να με δέσεις”, και λοιπά τέτοια που βέβαια μπορούν να ειπωθούν ανεξαρτήτως προορισμού!
Αφού ξεκινήσουμε με το καλό, θα φάμε όλη την κίνηση στο κούτελο (σικ), γιατί ok, βαθύ καλοκαιράκι είναι, δεν είμαστε οι μόνοι που σκεφτήκαμε να πάμε στη θάλασσα.
Όσο εναλλάσσονται οι ταχύτητες πρώτη – δευτέρα, τα παιδιά στο πίσω κάθισμα αναρωτιούνται κάθε δύο νανοσεκόντ «φτάνουμε; Πότε θα φτάσουμε; Ακόμα να φτάσουμε μπαρμπα -Στρουμφ;»; Αυτό για περισσότερο από μία ώρα, είπαμε, η θάλαττα -θάλαττα είναι μακριά μας!
Αφού σαν λιωμένο παγωτό κολλάει στο χέρι, φτάσουμε στον προορισμό μας -εν τω μεταξύ, έχουμε σταματήσει στην άκρη να ξαναβάλουμε τη ζώνη που έβγαλε η μπουμπού, Χ φορές- πρέπει να βρούμε να παρκάρουμε, κι ιδανικά, όχι 5 χιλιόμετρα μακριά από την παραλία, για ευνόητους λόγους!
Μόλις πατήσουμε στην καυτή άμμο και ζωσμένοι με τα χίλια δυο πράγματα που αναφέραμε, πηγαίνουμε πάνω κάτω για να βρούμε πού θα κάτσουμε.
Ταυτόχρονα, η μικρή τρέχει προς τη θάλασσα κι εγώ που έχω πιο μεγάλο μέγεθος από εκείνη κουβαλώντας τις τσαντάρες ελίσσομαι ωσάν το χέλι ανάμεσα σε ομπρέλες και ξαπλώστρες για να την προλάβω, προσπαθώντας να μην πατήσω κανένα ανύποπτο ξαπλωμένο άνθρωπο που κάνει ηλιοθεραπεία!
Όσο ψάχνουμε και ψαχνόμαστε φορτωμένοι με τον φουντουκοπατέρα για μια τρούπα να τρουπώσουμε, ο γιος μου ρωτάει επαναλαμβανόμενα «τι θα γίνει, θα κάτσουμε επιτέλους;» κι η μικρή που συνεχίζει τις προσπάθειες να ξεγλιστρήσει προς τη θάλασσα, εκνευρίζεται που δεν την αφήνω.
Τον γυρισμό, που πρέπει να μαζέψω όλα τα απλωμένα τζατζαλομάτζαλα και να πείσω τα παιδιά που είναι κουρασμένα να συνεργαστούν και να κάνουμε όλη την προηγούμενη διαδικασία από την αρχή προς το σπίτι, δεν τον πιάνω στο στόμα μου!
Αναρωτιέμαι αν ταυτίζεται κανείς άλλος γονιός με δύο παιδιά στην ηλικία που είναι τα δικά μου ή διαβάζοντάς τα ακούγονται αποδοκιμαστικά “τσ τσ τσ”!
Εν τω μεταξύ, θα τα προσπερνούσα τα παραπάνω λόγω της λατρείας, λατρείας όμως, που της έχω της θάλασσας.
Άλλο είναι το -βασικό- κουσούρι μου.
Οι θάλασσες της Αθήνας μου φαίνονται βρόμικες! Κάποιες είναι και φαίνονται κιόλας! Αλλά κι αυτές που δεν τους φαίνεται, μου χει καρφωθεί ότι είναι!
Θες να ‘ναι ότι έχω καλομάθει στις θάλασσες του Άη Στράτη μου;
Θες να ναι οι θάλασσες της Λευκάδας ή της Μάνης, που πάω διακοπές, όταν δεν πάω στον Αη Στράτη;
Μπορεί να είναι αυτό!
Θέλω να κολυμπάω σε κρύα, καθαρά, κρυστάλλινα βαθύ μπλε ή γαλαζοπράσινα νερά. Όχι ζεστά, θολά, κατουρημένα και καλυμμένα από άλλα σώματα σε απόσταση αναπνοής!
Επιθυμώ ένα λογικό social distancing στην παραλία με ή χωρίς Κορονοϊό, πόσο μάλλον που ο τελευταίος, φουντώνει σε περιστατικά και δε θέλω να σκέφτομαι πού μπορεί να οδηγήσει αυτό!
Οπότε, μέχρι να πάμε διακοπές, πρώτα ο Θεός και το Σύμπαν, μια χαρά και δυο χαρές οι φουσκωτές πισίνες που έχουμε σπίτι για Splish, splash, I am takin’ a bath!
Αλήθεια, εσύ πόσα μπάνια έχεις κάνει και πόσα παγωτά έχεις φάει;
About Author

